"Ανάμεσα στις επιθυμίες και στις ηδονές, υπάρχουν κάποιες παράνομες.Σε μερικούς περιστέλλονται από τους νόμους και από άλλες καλύτερες επιθυμίες, με την επικουρία του λογικού.Έτσι, ή φεύγουν εντελώς ή όσες μένουν είναι λίγες και αδύνατες. Σε άλλους όμως είναι δυνατότερες και περισσότερες..."
Πλάτωνος Πολιτεία

Τρίτη 31 Αυγούστου 2010

Δεν υπάρχουν ποιοτικά ανώτεροι ή κατώτεροι πολιτισμοί. Υπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί πολιτισμοί, ο καθένας από τους οποίους είναι μια ξεχωριστή κατάθεση στην πανανθρώπινη πολιτισμική προσπάθεια .

                Της Σοφίας-Μαρίας Δρίτσα

       Όταν αναφερόμαστε στον όρο «πολιτισμό», εννοούμε τον τρόπο ζωής και τις αξίες μιας κοινωνίας, όπως αποκαλύπτονται μέσα από τους θεσμούς , τα ήθη και τα έθιμα της , τις συνήθειες των ανθρώπων στην εργασία ή στον ελεύθερο χρόνο τους, ακόμα και τους τρόπους επικοινωνίας μεταξύ τους.Πολιτισμοί  υπήρχαν και υπάρχουν πολλοί  και η κατηγοριοποίησή τους σε ανώτερους και κατώτερους δεν είναι κάτι καινούργιο. Στους ανώτερους αποδίδεται πάντα ο όρος «ισχυρός , αναπτυγμένος», ενώ στους κατώτερους ο όρος «βάρβαρος ή υποανάπτυκτος».
        Αναμφισβήτητα το φαινόμενο της αξιολόγησης των λαών και της κατηγοριοποίησης τους σε ανώτερους και κατώτερους έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα (Έλληνες και βάρβαροι). Μέχρι το πρώτο μισό του 20ού αιώνα το καθεστώς της αποικιοκρατίας είχε χωρίσει τους λαούς σε πολιτισμένους (κυρίαρχους) και σε υποανάπτυκτους (υποτελείς).
     Σήμερα, όμως οι αξιολογικές κρίσεις του τύπου «αυτό αποτελεί βαρβαρότητα» αφορούν κυρίως ζητήματα ηθικής και καθρεφτίζουν τις αξίες του ανθρωπισμού , του Διαφωτισμού και του Χριστιανισμού. Για παράδειγμα ο δυτικός  ‘πολιτισμός’ κόσμος , που στηρίζεται σε αυτές τις αξίες νιώθει αποτροπιασμό, όταν έρχεται αντιμέτωπος με κάποιους απάνθρωπους θεσμούς των κρατών της Ανατολής, όπως είναι η ποινή του ακρωτηριασμού ή η εκτέλεση με λιθοβολισμό.
Αυτή όμως η απαξιωτική στάση δε βοηθά στην κατανόηση, στη μελέτη και στην ερμηνεία των θεσμών και γενικότερα των πολιτισμών, που τους παράγει. Είναι μια λανθασμένη τακτική η οποία δεν αποφέρει αποτελέσματα. Κρίνουμε με βάση το « φαίνεσθαι» και δεν βλέπουμε τις ιδιαιτερότητες των άλλων. Γι’ αυτό  και στην εποχή μας το φαινόμενο του ρατσισμού είναι ιδιαίτερα έντονο.

      Υποβαθμίζουμε ορισμένες φυλές, γιατί ήρθαν στη χώρα μας για μια καλύτερη  ζωή, επειδή η χώρα τους δεν έχει τη δυνατότητα να τους προσφέρει τα αναγκαία. Τις θεωρούμε κατώτερες  και συνεπώς  καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η δική μας χώρα είναι ανώτερη, επειδή μπορεί να τους συντηρήσει, ενώ η δική τους όχι .
     Όταν χρησιμοποιούμε όμως ως κριτήριο την οικονομική ευμάρεια, δεν πρέπει να ξεχνούμε δυστυχώς ότι και η Ελλάδα υστερεί ποιοτικά σε σχέση με πλούσιες χώρες της Δύσης. Ας μην ξεχνάμε ότι και εμείς στο παρελθόν έχουμε υπάρξει οικονομικοί μετανάστες και πολλοί το ξανασκέφτονται για το μέλλον. Αυτό μας κάνει από τη μια να νιώθουμε μειονεκτικά ως λαός, ειδικά αυτές τις μέρες της οικονομικής κρίσης και από την άλλη να υποβαθμίζουμε ακόμη περισσότερο τους ξένους στην Ελλάδα,  για να κερδίσουμε τη χαμένη μας αυτοεκτίμηση.
     Το φαινόμενο του ρατσισμού, όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, γίνεται ολοένα και πιο  έντονο, καθώς η ελληνική κυβέρνηση αρνείται να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Είναι γεγονός ότι  οι ξένοι δημιουργούν αρκετά προβλήματα στη χώρα μας, με αποτέλεσμα να γίνονται ανεπιθύμητοι στους ντόπιους. Τα προβλήματα αυτά στηρίζονται εν μέρει σε προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες των ντόπιων, αλλά μερικά πράγματι επιβαρύνουν την ποιότητα της ζωής μας. Το κυριότερο σημείο τριβής μεταξύ ντόπιων και ξένων είναι το  θέμα της εργασίας. Με δεδομένο ότι η ανεργία είναι μάστιγα της εποχής, οι ντόπιοι δυσανασχετούν, όταν οι ξένοι, αποτελώντας φθηνότερο εργατικό δυναμικό, προτιμώνται στις δουλειές σε βάρος των ντόπιων.
     Αλλά προκειμένου να αποτιμήσουμε την ποιότητα ενός πολιτισμού με αντικειμενικό τρόπο, πρέπει προηγουμένως να τον μελετήσουμε μέσα από το πρίσμα της ιδιαιτερότητας του, δηλαδή των δικών του αξιών και προτύπων, γιατί διαφορετικά θα λειτουργήσουμε άκριτα και αυθαίρετα. Σ’ αυτή την περίπτωση, είτε θα απαξιώσουμε εντελώς το «διαφορετικό» - σα να μην υπάρχει- είτε θα αναδυθούμε σ’ έναν αγώνα εξόντωσής του , με απρόβλεπτες συνέπειες.

    Όπως αναφέρει και το σχετικό παράθεμα πρέπει να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τα ήθη και τα έθιμα των άλλων λαών, γιατί όσο προσπαθούμε να τα απορρίψουμε ως κάτι πρωτόγονο και χαμηλής ποιότητας, τόσο ταυτιζόμαστε με αυτά. Αυτό σχετίζεται με την ιδιαιτερότητα της ανθρώπινης φύσης να θεοποιεί καθετί το απαγορευμένο και να του προσδίδει υπερφυσικές ιδιότητας. Υπάρχει κίνδυνος δηλαδή να επενδύσουμε στις «μαγικές» ικανότητες άλλων λαών και να χάσουμε την πνευματική και συναισθηματική μας αυτοτέλεια.
    Έπειτα, όταν περιφρονούμε μια ολόκληρη φυλή και ευχόμαστε να εξαφανιστεί από προσώπου γης, γιατί δεν αξίζει να υπάρχει, λειτουργούμε λανθασμένα. Χωρίς να γνωρίζουμε τον τρόπο ζωής τους, τα ήθη και τα έθιμα,  δε  δείχνουμε τον κατάλληλο σεβασμό στο πολιτισμό που οι ίδιοι έχουν αναπτύξει, με συνέπεια εμείς να είμαστε οι «άγριοι» ή αλλιώς «οι απολίτιστοι και βάρβαροι». Δυστυχώς τα όρια μεταξύ του πρωτόγονου και του πολιτισμένου είναι συχνά ασαφή. Πώς μπορούμε να χαρακτηρίσουμε το Γάλλο πρόεδρο, που αυτή την περίοδο διώχνει από τη χώρα του τους «κακούς»και «πρωτόγονους»τσιγγάνους, με το επιχείρημα ότι ανεβάζουν στα ύψη το επίπεδο της εγκληματικότητας στη Γαλλία;
    Όλα δηλαδή σχετίζονται με τη διαδικασία σύγκρισης μεταξύ των λαών και με το κριτήριο που χρησιμοποιούμε. Σύμφωνα όμως, με σύγχρονες θεωρήσεις δεν υπάρχει κάποιο   απόλυτο πολιτισμικό πρότυπο, προκειμένου να κατατάξουμε τους πολιτισμούς σε ανώτερους και κατώτερους. Κάθε κοινωνία έχει το δικό της πολιτισμό, που διαφέρει από τους υπόλοιπους. Άλλωστε υπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί πολιτισμοί, ο καθένας από τους οποίους είναι μια ξεχωριστή κατάθεση στην πανανθρώπινη πολιτισμική προσπάθεια.
    Με δεδομένο ότι ζούμε σε εποχές δύσκολες και επικίνδυνες , όπου ο ρατσισμός σκοτώνει και πάλι ανθρώπους, το λιγότερο που μπορούμε να ευχηθούμε είναι να αποκτήσει η παιδεία της χώρας μας το σωστό προσανατολισμό. Απαιτείται δηλαδή σεβασμός  στην ιδιαιτερότητα κάθε λαού και πολιτισμού, προσπάθεια για αλληλοκατανόηση και αναγνώριση ότι όλοι μπορούν να έχουν κάποια-στοιχειώδη έστω ατομικά δικαιώματα.

       Χρειάζεται να υπάρξει ανοχή, θέληση και προπάντων συνειδητοποίηση ότι όλοι, παρά τις ιδιαιτερότητες τους, ανήκουν σε ένα ενιαίο πολιτισμικό μόρφωμα, που προαπαιτεί έναν κώδικα κοινών αξιών και προτύπων. Δηλαδή απαιτούνται κάποιες οικουμενικές αξίες που θα λειτουργήσουν ως ένα κοινό πλαίσιο λειτουργίας της σύγχρονης πολυπολιτισμικής κοινωνίας, που θα επιτρέψουν τη διαφορετικότητα και την ειρηνική συνύπαρξη, πέρα από το φανατισμό και τη μισαλλοδοξία: σεβασμός στον άνθρωπο, ανεκτικότητα απέναντι στις πολιτισμικές και θρησκευτικές ιδιαιτερότητες, ελευθερία, ισονομία και διάλογος!
     Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν ποιοτικά ανώτεροι και κατώτεροι πολιτισμοί, αλλά απλά διαφορετικοί και ο καθένας συμβάλλει με τον δικό του τρόπο στην πανανθρώπινη πολιτισμική προσπάθεια.
      Δεν πρέπει να ξεχνούμε ποτέ τα λόγια του Κλοντ Λεβί-Στρος, στο βιβλίο του, «Φυλές και ιστορία»: «Όσο περισσότερο προσπαθούμε να επιβάλλουμε διαχωριστικά όρια ανάμεσα στους πολιτισμούς και τα έθιμα, τόσο περισσότερο ταυτιζόμαστε με τα έθιμα που προσπαθούμε να αρνηθούμε. Όταν αποκλείουμε την ανθρωπότητα για όσους μας φαίνονται ότι είναι οι πιο «βάρβαροι», οι πιο «άγριοι» μέσα σ’ αυτήν, το μόνο που κατορθώνουμε είναι να μιμούμαστε έναν χαρακτηριστικό τρόπο συμπεριφοράς αυτών των «αγρίων».Βάρβαρος είναι πριν απ’ όλα αυτός που πιστεύει στη βαρβαρότητα».

    

Κυριακή 15 Αυγούστου 2010

Δεσμώτες και Πολιτική...


Κυριακή 1 Αυγούστου 2010

Η κοινωνική θέση της γυναίκας με την πάροδο του χρόνου

             Της Χριστίνας Κιουρτσίδου  

      Η θέση της γυναίκας με την πάροδο του χρόνου,έχει εξελιχθεί. Υπάρχουν γνώμες και απόψεις που διΐστανται,για το αν είναι προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο. Σε καμία περίπτωση,δεν μπορεί ο ένας να επιβληθεί στον άλλον,με τις απόψεις του.
     Η κοινωνία σε κάθε εποχή,συμπεριφέρεται μειονεκτικά προς τη γυναίκα και αυτό το φαινόμενο συνεχίζεται σε κάποιες περιοχές μέχρι και σήμερα. Αναμφισβήτητα, η θέση της γυναίκας ήταν μειονεκτική σε όλες τις χώρες. Ωστόσο,στην Ανατολή ήταν ανύπαρκτη. ΄Ηταν ένα απλώς κτήμα, που δεν είχε λόγο, βούληση και ελευθερία.
    Παλαιότερα,η γυναίκα δεν είχε δικαίωμα μόρφωσης. Από μικρή ηλικία όλα τα κορίτσια είχαν μια ασχολία,τα οικοκυρικά. Παρόμοια κατάσταση επικρατούσε στην αρχαία Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Αθήνα. Στη Σπάρτη όμως υπήρχε διαφοροποίηση. Οι γυναίκες εκεί, έπρεπε εκτός από το πνεύμα να γυμνάζουν και το σώμα τους. Στο μέλλον,αυτό θα τις βοηθούσε να τεκνοποιήσουν υγιή παιδιά.
      Στη σύγχρονη εποχή,η γυναίκα εκτός απο την ανατροφή των παιδιών και την φροντίδα του συζύγου της,άρχισε να φροντίζει και τον εαυτό της. Δραστηριοποιείται σε διάφορους τομείς και τώρα πια δίνει χρόνο στην ίδια και στα ενδιαφέροντά της. Ασχολείται με τον αθλητισμό,με τα κοινωνικά,τον πολιτισμό και με την τεχνολογία.

        Άλλο ένα φαινόμενο του ρατσισμού προς το γυναικείο φύλο αφορούσε και την ψήφιση των νόμων,τους οποίους  ψήφιζαν μόνο οι άνδρες. Επίσης,ήταν οι μόνοι που ασχολούνταν με τα κοινά. Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα η γυναίκα, μόλις πριν από 50 χρόνια απέκτησε το δικαίωμα ψήφου, αλλά υπό κάποιους όρους, όπως,να ψηφίζει αρχικά μόνο στις δημοτικές εκλογές. Στις 28 Μαίου 1952,απέκτησε πλήρη πολιτικά δικαιώματα και αργότερα μπήκε και η ίδια στην πολιτική.
       Εκτός από την πολιτική, η γυναίκα εισήλθε σε διάφορα αντρικά επαγγέλματα, όπως αστυνομία, στρατός, μηχανικός κ.λ.π. και γενικά στο χώρο της εργασίας. Άρχισε να υλοποιεί τις ιδἐες της, να μη μένει στάσιμη και να παράγει δημιουργικά., με αποτέλεσμα η κοινωνία να κοντεύει να γίνει από ανδροκρατούμενη γυναικοκρατούμενη. 
     Όμως, παρόλη την εξέλιξη της γυναίκας σε κάποιες επαρχίες και πόλεις μη ανεπτυγμένες, υπάρχει ακόμη ο ρατσισμός προς το γυναικείο φύλο. Τέλος, για να προχωρήσει η γυναίκα μπροστά, θα πρέπει πρώτα η ίδια να εκτιμήσει τον εαυτό της και τις αξίες της. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να πιστεύει πως είναι κατώτερο ον...

Αριστοτέλης, ο πολιτικός και φιλόσοφος

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

      Ο Αριστοτέλης γεννήθηκε στα Στάγειρα της Χαλκιδικής το 384 π.Χ. Καταγόταν από επιφανή και πλούσια οικογένεια. Ο πατέρας του Νικόμαχος ήταν πιθανώς προσωπικός γιατρός του βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα. Το 377 π.Χ. μετά το θάνατο του πατέρα του, ο Αριστοτέλης -δεκαεπτά χρονών- εγκατέλειψε για πάντα, την πατρίδα του και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου έζησε ως μέτοικος και έγινε μέλος της φιλοσοφικής κοινότητας της Πλατωνικής Ακαδήμειας. Για τα είκοσι χρόνια (377-357 π.Χ.) που ο Αριστοτέλης ήταν μέλος της Ακαδημίας δεν έχουμε καμία πληροφορία.
      Μετά το θάνατο του Πλάτωνος, το 347 π.Χ. ο Αριστοτέλης εγκατέλειψε την Αθήνα και πήγε στη Μικρά Ασία, στον ηγεμόνα του Αταρνέα Ερμεία, και εκεί νυμφεύθηκε την Πυθιάδα. Φαίνεται πως η αναχώρηση του από την Αθήνα σχετίζεται με το γεγονός ότι τη διεύθυνση της Ακαδήμειας ανέλαβε ο Σπεύσιππος. Το 345 π.Χ. έφυγε από τη Μικρά Ασία για άγνωστους λόγους και πήγε στη Μυτιλήνη, όπου συνδέθηκε με τον έπειτα μαθητή και διάδοχό του Θεόφραστο, που καταγόταν από την Ερεσσό της Λέσβου.
       Το 343 π.Χ. , προφανώς ύστερα από πρόσκληση του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου πήγε στη Μακεδονία, όπου ανέλαβε τη διαπαιδαγώγηση και τη μόρφωση του Αλεξάνδρου, που ήταν τότε δεκατεσσάρων χρονών. Ο Αριστοτέλης άρχισε με προθυμία το έργο της αγωγής του νεαρού διαδόχου. Φρόντισε να του μεταδώσει το πανελλήνιο πνεύμα και χρησιμοποίησε ως παιδευτικό όργανο τα ομηρικά έπη. Περί τα τέλη του 339 π.Χ. όταν πέθανε ο Σπεύσιππος, διευθυντής της Ακαδήμειας έγινε ο Ξενοκράτης, μολονότι ανάμεσα στους διαδόχους συμπεριλαμβανόταν και ο Αριστοτέλης, ο οποίος όμως δεν ήρθε στην Αθήνα για να βάλει προσωπικά υποψηφιότητα, επειδή βρισκόταν στη Μακεδονία. Η εκλογή του Ξενοκράτη ήταν η αφορμή να αποχωρήσει ο Αριστοτέλης και τυπικά, οριστικά, από τον όμιλο της Ακαδήμειας.
      Στη Μακεδονία έμεινε ως το έτος της δολοφονίας του Φιλίππου (336-335 π.Χ.), οπότε τη διακυβέρνηση του κράτους ανέλαβε ο Αλέξανδρος. Τότε τελείωσε και ο ρόλος του Αριστοτέλη ως δασκάλου του Αλεξάνδρου. Επέστρεψε στην Αθήνα, όπου ίδρυσε στο Λύκειο δική του Σχολή, που ονομάστηκε «Περίπατος», προφανώς διότι η έδρα της Σχολής ήταν μία στοά περιπάτου στο κέντρο της Αθήνας.
       Ο Αριστοτέλης εργάστηκε δεκατρία χρόνια ως διευθυντής της Σχολής και ως συγγραφέας φιλοσοφικών έργων. Στην Αθήνα κατείχε σημαντική θέση και υπολογιζόταν πολύ ως το θάνατο του Αλεξάνδρου (323 π. Χ.). Από εκεί και πέρα τα πράγματα άλλαξαν, διότι οι Αθηναίοι, που άρχισαν προσπάθειες να ελευθερωθούν από την κυριαρχία των Μακεδόνων, γνώριζαν ότι, ο Αριστοτέλης καταγόταν από τη μακεδονική επικράτεια και ότι είχε προσωπικές σχέσεις με τον Φίλιππο, τον Αλέξανδρο και τον στρατηγό Αντίπατρο. Έτσι έγινε δίκη εναντίον του καθώς οι οπαδοί του αντιμακεδονικού κόμματος νόμισαν ότι βρήκαν την ευκαιρία να εκδικηθούν τους Μακεδόνες στο πρόσωπο του Αριστοτέλη.
     Ο Αριστοτέλης όμως, επειδή κατάλαβε τα πραγματικά κίνητρα και τις αληθινές προθέσεις των μηνυτών του για να αποφύγει την καταδίκη και τις συνέπειές της πήγε στη Χαλκίδα της Εύβοιας, πριν γίνει η δίκη του. Εκεί πέθανε από στομαχικό νόσημα το 322 π. Χ. Το σώμα του μεταφέρθηκε στα Στάγειρα, όπου θάφτηκε με εξαιρετικές τιμές. Οι συμπολίτες του τον ανακήρυξαν ‘’οικιστή’’ της πόλης και έχτισαν βωμό πάνω στον τάφο του. Φεύγοντας από την Αθήνα, διευθυντή της σχολής άφησε το μαθητή του Θεόφραστο, που τον έκρινε ως τον πιο κατάλληλο. Έτσι το πνευματικό ίδρυμα

 Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ

    Ο Αριστοτέλης ως άνθρωπος είχε πιστούς φίλους, αλλά και φοβερούς αντιπάλους (Επίκουρος, Τίμαιος, Ευβουλίδης κ. ά.), οι οποίοι κάποιες φορές τον παρουσίαζαν ως φιλάργυρο, φιλήδονο, ραδιούργο, μηχανορράφο, ακόμα και οργανωτή δολοφονίας του Αλεξάνδρου κλπ.Αντίθετα από αξιόπιστες πηγές μαθαίνουμε ότι ο Αριστοτέλης υπήρξε η ενσάρκωση του ορθού μέτρου σ’ όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του. Την έμφυτη ευγένεια και τρυφερότητα της ψυχής του τη βρίσκουμε διάχυτη μέσα στη διαθήκη του.
       Μέσα σ’ αυτή φροντίζει για τη μνήμη των γονέων και του αδερφού του και δε λησμονεί ούτε την οικογένεια του πατρικού φίλου Πρόξενου, που τον ανέθρεψε. Φροντίζει για τη δεύτερη γυναίκα του την Ερπυλλίδα και το γιο που απέκτησε μαζί της, το Νικόμαχο. Ακόμα και για την κόρη του Πυθιάδα, καρπό του πρώτου του γάμου. Η μεγάλη του όμως φιλανθρωπία φαίνεται στο σημείο εκείνο της διαθήκης, όπου ορίζει να μην πουληθεί κανείς από τους δούλους που τον υπηρέτησαν, αλλά να ελευθερώνονται μόλις ενηλικιώνονται.

Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΓΙΑ ΜΕΣΟΤΗΤΑ- ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑ- ΑΡΕΤΗ
         Η θεωρία του Αριστοτέλη αποτελεί κεντρικό άξονα της ηθικής φιλοσοφίας του. Στο πλαίσιο της θεωρίας του αυτής ο Αριστοτέλης μας προτρέπει, αν θέλουμε να κατακτήσουμε την αρετή και να γίνουμε ευτυχισμένοι, να αποφεύγουμε στη συμπεριφορά μας τις ακραίες επιλογές.
       Η άποψη που είχε ο Αριστοτέλης για τον κόσμο ήταν τελεολογική. Βάσει της αντίληψης του αυτής, ο Αριστοτέλης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ευδαιμονία αποτελεί το ύψιστο αγαθό στη ζωή μας και ότι βάσει αυτής οφείλουμε να ρυθμίζουμε τη συμπεριφορά μας. Συγκεκριμένα κατά τον Αριστοτέλη ο άνθρωπος είναι δημιουργικό ον και κάθε πράξη του έχει συγκεκριμένο σκοπό.
        Ενώπιόν μας υπάρχει μια ιεράρχηση σκοπών. Κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα αποσκοπεί στην δημιουργία κάποιου αγαθού που με τη σειρά του, εξυπηρετεί κάποιο άλλο αγαθό κοκ. Αυτή η αλυσίδα αγαθών όμως κατά τον Αριστοτέλη θα πρέπει να καταλήγει κάπου να έχει ένα “τέλος” Ως τέτοιο τελικό σημείο αναφοράς όλων των αγαθών στη ζωή του ανθρώπου ο Αριστοτέλης θεωρεί την ευδαιμονία. Λέγοντας βέβαια ότι όλες οι δραστηριότητές τελευταία στοχεύουν στην ευδαιμονία μας, μας δημιουργείται η εντύπωση ότι η τοποθετείται σε κάποιο απώτερο σημείο της ζωής μας. Ένα σημείο όπου όταν φτάσουμε και αφού θα έχουμε αποκτήσει όλα τα απαιτούμενα αγαθά θα γίνουμε ευτυχισμένοι.
       Μια τέτοια αντίληψη για την ευδαιμονία όμως για τον Αριστοτέλη είναι ανακριβής. Στην πραγματικότητα κατ’ αυτόν μπορούμε να γίνουμε ευτυχισμένοι οποιαδήποτε στιγμή της ζωής μας αρκεί ο τρόπος που θα συμπεριφερθούμε να είναι ο κατάλληλος. Πρέπει να εξασφαλίσουμε το ύψιστο αγαθό της ευδαιμονίας, να εκτελούμε τις εκάστοτε πράξεις μας σωστά. Πώς όμως; Πότε μπορούμε να πούμε ότι οι πράξεις μας έγιναν σωστά έτσι ώστε να μας κάνουν ευτυχισμένους; Είναι αναγκαίο λοιπόν, κατά το Σταγειρίτη, να καθοριστεί το έργο του ανθρώπου. Και αυτό γιατί αισθάνεται κανείς ευτυχισμένος εφόσον κάνει καλά την δουλειά του. Ένας αμπελουργός νιώθει ευτυχής εάν η παραγωγή κρασιού που είναι η δουλειά του είναι μεγάλη και εκλεκτή. Όλοι μας είμαστε εξουσιοδοτημένοι να επιτελούμε κάποιο έργο, που, εκτελώντας το σωστά, αισθανόμαστε ευτυχισμένοι.
        Ανάλογα ο άνθρωπος έχει κάποιο έργο το οποίο προσδιορίζεται από την ιδιαίτερη φύση του. Η κατανόηση του έργου αυτού θα επιτευχθεί συγκρίνοντας τον άνθρωπο με τα άλλα είδη οργανισμών και βρίσκοντας σε τι υπερέχει ο άνθρωπος έναντί τους.
      Στη σύγκριση αυτή βλέπουμε ότι άνθρωπος και τα φυτά έχουν κοινή τη θρεπτική και την αυξητική ζωή. Απ’ την άλλη με τα ζώα ο άνθρωπος μοιράζεται τις ορέξεις, τα ένστικτα και τα πάθη. Εκείνο όμως που ουσιαστικά ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τα ζώα συνίσταται στο γεγονός ότι ο άνθρωπος σκέφτεται (λόγος: λογική και τρόπος επικοινωνίας).
       Κατά τον Αριστοτέλη ο κατάλληλος τρόπος που πρέπει να συμπεριφερόμαστε για να γίνουμε ευδαίμονες είναι να ρυθμίζουμε τη συμπεριφορά μας ανάλογα με το έργο που υπαγορεύεται από τη φύση μας. Μπορούμε τώρα λοιπόν να πούμε ότι κατά τον Αριστοτέλη γίνεται κανείς ευτυχισμένος όταν συμπεριφέρεται σύμφωνα με το λογικό του, διαφορετικά, αν αδιαφορήσει προς ότι του υπαγορεύει ο λόγος θα καταλήξει στη δυστυχία. Σε τι όμως συνίσταται η λειτουργία του λόγου την οποία θα πρέπει να σεβαστούμε προκειμένου να γίνουμε ευτυχισμένοι;
       Ο λόγος από τη φύση του επιδιώκει πάντοτε την ισορροπία, τη συμμετρία. Έτσι, συμπεριφέρομαι σύμφωνα με τη λογική φύση μου σημαίνει ότι επιλέγω κάτι που δεν είναι ακραίο, δηλαδή κάτι ούτε υπερβολικό ούτε ελλειπτικό. Η κάθε αρετή κατά τον Αριστοτέλη είναι μεσότητα, είναι δηλαδή το μέσον ανάμεσα στα δύο άκρα την υπερβολή και την έλλειψη που έχουν και τα δύο αρνητικό χαρακτήρα. Έτσι η ευδαιμονία βρίσκεται πάντοτε στην επιλογή της μέσης οδού μεταξύ δύο ακραίων προοπτικών, της υπερβολής και της έλλειψης.
      Ο Αριστοτέλης υποστήριξε ότι μεταξύ της ευδαιμονίας και της αρετής υπάρχει ουσιαστική σχέση. Δε θα μπορεί να είναι κανείς ευτυχισμένος, χωρίς να είναι ενάρετος. Ένας φαύλος άνθρωπος δε μπορεί να είναι ευτυχισμένος. Για τον Αριστοτέλη, η ευδαιμονία είναι ενέργεια της ψυχής σύμφωνα με την αρετή.
       Η αρετή, καθώς και η ευδαιμονία συνίσταται, κατά τον Αριστοτέλη, στη μεσότητα μεταξύ δύο ακροτήτων. Η μετριοφροσύνη, λόγου χάρη είναι μεσότητα μεταξύ της αλαζονείας που συνιστά την κατάσταση της υπερβολής, και της μικροπρέπειας που αποτελεί έλλειψη κοκ με όλες τις αρετές.
Εκ πρώτης όψεως ασφαλώς η θεωρία του Αριστοτέλη για τη μεσότητα είναι πειστική. Τι πιο εύλογο αλήθεια, από το να προτιμήσει κανείς να είναι ανδρείος, αντί να είναι θρασύς ή δειλός προκαλώντας τα επικριτικά σχόλια των άλλων γύρω του;
      Υπάρχουν όμως καθοριστικές στιγμές στη ζωή μας κατά τις οποίες η θεωρία της μεσότητας αποδεικνύεται ανίσχυρη να μας βοηθήσει στις επιλογές μας. Πρόκειται για τις στιγμές εκείνες που έχουμε να αντιμετωπίσουμε κορυφαία διλήμματα, στιγμές όπου, όπως λέει ο ποιητής, καλούμαστε να πούμε το μεγάλο ναι ή το μεγάλο όχι. Στις περιπτώσεις αυτές- καθώς δεν υπάρχει μέση οδός, αλλά είμαστε υποχρεωμένοι να   διαλέξουμε είτε τη μία είτε την άλλη δυνατότητα που έχουμε μπροστά μας- η θεωρία του Αριστοτέλη δεν είναι παρά μία άκαιρη, άστοχη, ανώφελη πρόταση.
Εκτός από τον Αριστοτέλη υπήρξαν και άλλοι φιλόσοφοι, με το όνομα Στωικοί που αναγνώρισαν, όπως αυτός, την τεράστια σημασία του λόγου στη ζωή μας.

ΤΑ ΟΡΘΑ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΕΙΣ ΑΠΟ ΑΥΤΑ

      Ορθά είναι τα εξής πολιτεύματα: η βασιλεία, η αριστοκρατία και η πολιτεία. Παρεκβάσεις αυτών είναι αντίστοιχα η τυραννία, η ολιγαρχία και η δημοκρατία. Τα πολιτεύματα διακρίνονται με βάση: το φορέα εξουσίας, το σκοπό που επιδιώκει η πολιτική εξουσία και την κοινωνική τάξη που έχει και ασκεί την εξουσία. Ορθά ονομάζει τα πολιτεύματα στα οποία το κύριον (η ύψιστη αρχή στην πόλη) ασκεί την εξουσία για την εξυπηρέτηση του κοινού συμφέροντος. Τα άλλα τρία είναι παρεκβάσεις, γιατί σ’ αυτά η εξουσία ασκείται όχι πια για την εξυπηρέτηση του κοινού συμφέροντος αλλά για την εξυπηρέτηση αυτών που ασκούν την εξουσία. Το κριτήριο που αναφέρει πλέον ο φιλόσοφος δεν είναι το «κριτήριο του αριθμού», αλλά το «κριτήριο της κοινωνικής τάξης».
        Για τον Αριστοτέλη το καλύτερο πολίτευμα είναι η μοναρχία, με τον όρο ότι ο μονάρχης είναι μια εξαιρετική προσωπικότητα. Ελλείψει τέτοιου μονάρχη, προτιμότερη είναι η αριστοκρατία και το τρίτο από πλευράς αξίας πολίτευμα είναι η πολιτεία, ένα πολίτευμα-μεσότητα, στο οποίο κυβερνούν οι πολίτες της μέσης κοινωνικοοικονομικής κατάστασης, άνθρωποι που υποτάσσονται εύκολα στη λογική.
       Στην ευδαιμονία της πόλης δε συμβάλλει με τον ίδιο τρόπο το κάθε σύστημα διακυβέρνησης. Υπάρχουν μάλιστα και συστήματα που οδηγούν στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Τα τελευταία είναι εκείνα που δεν αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση του συμφέροντος του συνόλου των πολιτών, αλλά ορισμένων μόνο από αυτούς.
      Γενικότερα, η λέξη πολιτεία σημαίνει πολίτευμα όμως ο Αριστοτέλης ονομάζει επίσης πολιτεία το πολίτευμα που εμείς σήμερα ονομάζουμε δημοκρατία και πιο συγκεκριμένα «συνταγματική δημοκρατία». Με κριτήριο το βαθμό απόκλισης από την ορθή δημοκρατία ο Αριστοτέλης διακρίνει σε πέντε τα είδη της δημοκρατίας: η δημοκρατία με κριτήριο την ελευθερία και την ισότητα των πολιτών, η δημοκρατία με κριτήριο την περιουσία, η δημοκρατία στην οποία υπέρτατη αρχή είναι ο νόμος και οι πολίτες καταλαμβάνουν τα διάφορα αξιώματα αν δεν έχουν κάποιο νομικό πρόβλημα, η δημοκρατία στην οποία υπέρτατη αρχή είναι ο νόμος και οι πολίτες αναλαμβάνουν τα διάφορα αξιώματα με κριτήριο την ιδιότητα του πολίτη και η δημοκρατία με υπέρτατη αρχή το λαό κι όχι τους νόμους με αποτέλεσμα ο λαός να παρασύρεται από τους δημαγωγούς.


ΤΟ ΠΛΗΘΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΙ Η ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

        Ο Αριστοτέλης επιδοκιμάζει τη συλλογική εξουσία. Το σύνολο των πολιτών είναι ανώτερο από κάθε επιμέρους άτομο, αφού τα μόρια της αρετής που διαθέτει κάθε πολίτης αθροίζονται. Δεν αποκλείει όμως τη δραστηριότητα σπουδαίων ανδρών, που μπορούν να συστηματοποιήσουν και να αποσαφηνίσουν τις ορθές απόψεις των άλλων. Η βασική του θέση είναι ότι οι πολλοί ως σύνολο, καθώς διαθέτουν αρετή και φρόνηση ασκούν την εξουσία ωφελιμότερα από τους λίγους αλλά αρίστους, γιατί
συνολικά έχουν πολλαπλάσια αρετή και ανώτερη από εκείνη των λίγων-αρίστων. Επίσης οι θετικές ιδιότητες όλων μαζί των λίγων μπορεί τελικά να είναι λιγότερες από τις θετικές ιδιότητες των πολλών ως συνόλου.
Καταλήγει λοιπόν στο συμπέρασμα ότι στην πόλη μπορεί το κάθε επιμέρους άτομο να μην είναι τίποτα το αξιόλογο, ενωμένοι όμως όλοι μαζί αυτοί οι πολίτες μπορούν να είναι καλύτεροι και αποτελεσματικότεροι από τους λίγους-άριστους. Μπορεί οι λίγοι-άριστοι να είναι ο καθένας ξεχωριστά πολύ αξιόλογοι άνθρωποι, όμως αυτό που μετρά είναι η συνένωση των θετικών στοιχείων που μπορούν να συνεισφέρουν οι πολλοί.

Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ

       Ο Αριστοτέλης αναφέρεται στην παιδεία των ελεύθερων πολιτών και είναι σημαντικό ότι υποστηρίζει τη δημόσια εκπαίδευση αιώνες πριν από το γαλλικό διαφωτισμό και τη στιγμή που η ιδιωτική εκπαίδευση στην εποχή του ήταν πολύ αναπτυγμένη. Θεωρεί ότι τα θέματα της παιδείας πρέπει να ρυθμίζονται νομοθετικά και ότι η παρεχόμενη παιδεία πρέπει να είναι ίδια για όλους. «Για να ακολουθηθεί ο τρόπος ζωής που ταιριάζει στο κάθε πολίτευμα, πρέπει να υπάρχει αντίστοιχη μορφή παιδείας, που ποικίλλει ανάλογα με τους σκοπούς της κάθε πολιτείας. Το γεγονός ότι η πολιτεία προϋποθέτει και ταυτόχρονα καθορίζει τον τρόπο ζωής και την παιδεία, η οποία εξασφαλίζει τη σταθερότητά της, επιβεβαιώνει την άποψη του Αριστοτέλη για την αλληλοεξάρτηση ηθικής και πολιτικής». (Α. Μπαγιόνας)
       «Η αναφορά του στο εκπαιδευτικό σύστημα απέχει πολύ από το να είναι τυπολογική. Είναι κατά μείζονα λόγο και συνδέεται με τις αντιλήψεις του περί τον στόχο των ευρύτερων πολιτικών μορφωμάτων. Για να οδηγηθούν όλα στο ευ ζην αναγκαίος όρος είναι να διαπαιδαγωγηθούν οι πολίτες ηθικά και να καλλιεργηθούν πνευματικά. Ο φιλόσοφος επιθυμεί επίσης την ενότητα της πόλης, κάτι που βασίζεται στην παιδεία του κάθε πολίτη ως του ατόμου εκείνου το οποίο θα έχει κατανοήσει την οργανική σχέση του με το ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο εκτός του οποίου δραστηριοποιείται. Η παιδεία είναι έργο του νομοθέτη, ο οποίος έχει φροντίσει να διδάξει στο νέο ότι η ηθική που ισχύει στην πόλη-κράτος ως σύνολο είναι ίδια με αυτή του ατόμου». (Χρ. Τερέζης.)
      Επομένως είναι αυτονόητο ότι η παιδεία είναι θέμα κατεξοχήν πολιτικό και τα θέματά της πρέπει να ρυθμίζονται με νόμους. Καταληκτικά μπορούμε να πούμε ότι η εκπαίδευση μπορεί να έχει τους ακόλουθους στόχους: να κατακτήσουν οι νέοι την αρετή( διαμόρφωση ηθικού χαρακτήρα), τον καλύτερο τρόπο ζωής, την άσκηση και καλλιέργεια του νου.

Η ΠΟΛΗ ΕΙΝΑΙ Η ΤΕΛΕΙΟΤΕΡΗ ΜΟΡΦΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

       Ο ορισμός της πόλεως που δίνει ο Αριστοτέλης αρχίζει από την έννοια του γένους (κοινωνία) και προχωρά στην ειδοποιό διαφορά της από τις άλλες κοινωνίες, το στόχο της που είναι «το κυριότατο από όλα τα αγαθά». Η εξήγησή του για τη σύσταση της πολιτείας είναι τελεολογική. Σκοπός της ύπαρξης της πόλης είναι το αγαθό για το οποίο όλοι κάνουν τα πάντα. Έτσι σ’ αυτό το σημείο συνδέει τον πολίτη (όλοι) με την πόλη. Ο φιλόσοφος ακολουθεί πορεία από τα γενικά στα επιμέρους. Ο  συλλογισμός του είναι ο εξής: κάθε πόλη είναι κοινωνία, κάθε κοινωνία έχει δημιουργηθεί για κάποιο σκοπό. Επομένως όλες οι κοινωνίες αποβλέπουν σε κάποιο αγαθό- η κυριότατη απ’ όλες τις κοινωνίες (δηλαδή η πόλη) αποβλέπει στο κυριότατο απ΄ όλα τα αγαθά. Το κυριότατο από τα αγαθά είναι η ευδαιμονία.

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΙΝΑΙ ΖΩΟΝ ΠΟΛΙΤΙΚΟΝ

       Η πόλη είναι η τρίτη περίπτωση συμβίωσης ανθρώπων, μετά την οικογένεια και την κώμη (χωριό). Αποτελεί την ολοκλήρωση του εξελικτικού κύκλου, είναι δηλαδή το τέλος των δύο προηγούμενων κοινωνικών δομών και ικανοποιεί τις ηθικές ανάγκες του ανθρώπου, επειδή πέτυχε την ύψιστη αυτάρκεια είτε σε σχέση προς τα αναγκαία είτε σε σχέση προς την ευτυχισμένη ζωή. Η αυτάρκεια της πόλης και η ευδαιμονία είναι δύο έννοιες απόλυτα ταυτόσημες. Το τέλος (σκοπός) για τον οποίο κάτι δημιουργείται και ολοκληρώνεται είναι κάτι το φυσικό και κάτι έξοχο, αφού η φύση εξασφαλίζει στα δημιουργήματά της το άριστο. Κάτι τι έξοχο, άριστο είναι και η αυτάρκεια ως τέλος-σκοπός.
        Από τα προηγούμενα συμπεραίνουμε ότι η πόλη υπάρχει εκ φύσεως, άρα ο άνθρωπος είναι εκ φύσεως ον προορισμένο να ζει σε πόλη (πολιτικόν ζώον). Ο άνθρωπος ο οποίος ζει μόνος του, ή ξεπερνά την ανθρώπινη φύση (θεός) ή εκφυλισμένος άνθρωπος (θηρίο).
       Σε αντίθεση με την απλή φωνή των ζώων, που δεν εκφράζει παρά μόνο τη λύπη ή την ευχαρίστηση, ο άνθρωπος είναι προικισμένος με το λόγο, ώστε να μπορεί να εκφράζει έννοιες όπως το ωφέλιμο, το βλαβερό, το δίκαιο, το άδικο, το ωραίο, το άσχημο κ.α. Η σύλληψη και η έκφραση αυτών των ηθικών εννοιών είναι στην πραγματικότητα αυτή που οδήγησε στη γένεση και στη λειτουργία των διαφόρων μορφών κοινωνικής συμβίωσης. Ο άνθρωπος οδηγήθηκε στον πολιτικό βίο χάρη στο λόγο. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι η φύση δεν κάνει τίποτα άσκοπα, καταλαβαίνουμε πως ο λόγος είναι η μεγαλύτερη απόδειξη πως ο άνθρωπος είναι από τη φύση του ζώον πολιτικόν.


ΚΡΙΤΙΚΗ

     Ο Αριστοτέλης είναι ο πρώτος φιλόσοφος που έλαβε υπ’ όψιν συστηματικά την ιστορία της φιλοσοφίας. Ξεκινάει από το γεγονός ότι οι θεωρίες των προηγούμενων φιλοσόφων, από τον Θαλή τον Μιλήσιο και μετά, πρέπει να θεωρηθούν προβαθμίδες για το δικό του έργο. Το πραγματικό περιεχόμενο των σκέψεών τους, με την πρωτόγονη ακόμη και ανεπαρκή διατύπωση, είναι ακριβώς αυτό που μπόρεσε εκείνος να επεξεργαστεί καθαρά και περιεκτικά. Το σύστημά του πρέπει να καταλάβει στην ιστορία της φιλοσοφίας την ίδια θέση όπως το έργο του Σοφοκλή στην ιστορία της τραγωδίας: οι δυνατότητες ερμηνείας που ενυπάρχουν σε ένα θέμα, στην ολότητά του, αναπτύσσονται εξαντλητικά-τώρα κατορθώθηκε ό,τι προηγουμένως είχε απλά και μόνο επιχειρηθεί.
        Αντίστροφα θεωρεί ιδιαίτερα σημαντικό να ενισχύσει ευκαιριακά την ορθότητα των θέσεών του, δείχνοντας ότι ήδη παλαιότεροι φιλόσοφοι είπαν ή σκέφτηκαν τα ίδια πράγματα. Δε θέλει να στερηθεί ένα στήριγμα που έρχεται από την παράδοση. Μ’ αυτό τον τρόπο γίνεται και ο δημιουργός της ιστοριογραφίας της φιλοσοφίας στην αρχαιότητα. Έχουν μαρτυρηθεί τίτλοι από μερικές μονογραφίες του για παλαιότερους φιλοσόφους. Μας έχουν διασωθεί-έστω και επεξεργασμένες τρεις μονογραφίες ( για τον Ξενοφάνη. Τον Μέλισσο και τον Γοργία).
      Όσο ζούσε ακόμη ο Αριστοτέλης, δυνατόν να έγραψε ο Θεόφραστος το μνημειώδες έργο Φυσικών δόξαι (οι θεωρίες των φυσικών φιλοσόφων) από τον Θαλή ως τον Πλάτωνα σε δεκαοκτώ βιβλία. Το έργο-εκτός από λίγα αποσπάσματα- έχει χαθεί, η επίδραση του όμως διαφαίνεται σε όλες τις μεταγενέστερες μελέτες και τα εγχειρίδια ιστορίας της φιλοσοφίας. Είχε ως βάση την πεποίθηση ότι σε όλα τα φιλοσοφικά προβλήματα θα μπορούσε να παρατηρηθεί μία σταδιακή εξέλιξη από τις πιο αδέξιες αφετηριακές προσπάθειες μέχρι την ολοκλήρωσή τους στο παρόν, δηλαδή στη φιλοσοφία του ίδιου του Αριστοτέλη και του Θεόφραστου.
     Όποιος αποδίδει στην ιστοριογραφία απλά το έργο της καταχώρησης του παρελθόντος σαν αυτοσκοπό που συντελείται με έναν τρόπο μουσειακό δε θα ονομάσει ιστοριογραφία αυτές τις προσπάθειες Του Περίπατου. Διαφορετικά θα κρίνει εκείνος που έχει τη γνώμη ότι η ιστοριογραφία έχει τότε μόνο ένα υπεύθυνο νόημα, όταν είναι σε θέση να δείξει ότι το παρελθόν ενδιαφέρει κάθε φορά το παρόν-και από ποιες ο Αριστοτέλης δίνει συγκεκριμένα, σημασία όχι μόνο στις θεωρίες των προηγούμενων φιλοσόφων αλλά και στο περιεχόμενο της πίστης των λαών.
Γενικότερα, οι θεωρίες του Αριστοτέλη έδωσαν ώθηση στην διαμόρφωση πολλών άλλων φιλοσοφιών και στοιχεία από την πολιτική του θεωρία εφαρμόζονται ακόμα και σήμερα στο πολίτευμά μας. Επιπλέον θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι μερικές από τις απόψεις του Αριστοτέλη αποτέλεσαν βάση για τη διαμόρφωση θεμελιωδών διατάξεων του συντάγματός μας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
• Αρχές φιλοσοφίας B’ Λυκείου,  Θεωρητική κατεύθυνση
• Αρχαία ελληνικά Φιλοσοφικός λόγος Γ’ λυκείου,  Θεωρητική κατεύθυνση
• Εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ

•  http://www.omhros.gr/kat/history/Txt/cl/Aristo/Aristotelis.htm

Συντακτική Ομάδα
ΜΠΡΙΛΗ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
ΚΗΡΥΚΟΥ ΑΝΝΑ
ΑΝΔΡΕΙΩΤΗ ΑΦΡΟΔΙΤΗ
ΖΕΡΒΟΥΔΑΚΗ ΣΤΑΥΡΙΑΝΗ

Η έννοια της Παιδείας στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη ως προς τη συγκρότηση ανεπτυγμένης κοινωνίας

Πώς η πολιτεία θα συμβάλλει σε μια «ακριβεστέραν παιδείαν» των νέων  με στόχο τη γνώση της αρετής  και την έμπρακτη εφαρμογή της

          Ποτέ άλλοτε όσο σήμερα δε θα λέγαμε ότι ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης δεν είναι τόσο επίκαιροι και αναγκαίοι για μελέτη και ανάλυση όλων των  προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε αλλά και για το μείζον θέμα της παιδείας και της εξέλιξης των εκπαιδευτικών συστημάτων. Οι θέσεις των φιλοσόφων για ένα προτεινόμενο εκπαιδευτικό σύστημα είναι διάχυτες σε όλο το έργο τους, εντοπίζονται όμως κυρίως στους πλατωνικούς διαλόγους «Πολιτεία» και «Νόμοι», καθώς και στα «Πολιτικά» του Αριστοτέλη, όπου ο ρόλος της παιδείας είναι καίριος για τη συγκρότηση μιας αναπτυγμένης κοινωνίας.
          Η πλατωνική παιδεία είναι το «εν μέγα»το οποίο θα συγκροτήσει ηθικά και πνευματικά το άτομο αλλά και ο θεμέλιος λίθος πάνω στο οποίο θα θεμελιωθεί η ιδεώδης πολιτεία.
Η ανατροφή, η διαπαιδαγώγηση, η καλλιέργεια, η «Ιθάκη» για την εύρεση της αλήθειας ξεπερνώντας κάθε είδους ψευδαισθήσεις, αμάθειες και σκοταδισμούς  αποτελούν τα σημαντικά εχέγγυα  που θα βοηθήσουν τον άνθρωπο απομακρυνθεί από τη μεταβλητότητα των αισθήσεων στον άφθαρτο κόσμο των ιδεών.
         Ωστόσο  κάτοχοι γερής και ουσιαστικής παιδείας οφείλουν να είναι όχι μόνο οι φύλακες αλλά και οι άρχοντες οι οποίοι θα ρυθμίσουν τα  εκπαιδευτικά θέματα και θα συμβάλλουν σε μια «ακριβεστέραν παιδείαν» των νέων  με στόχο τη γνώση της αρετής  και την έμπρακτη εφαρμογή της.
          Σαφώς λοιπόν, για τον Πλάτωνα ιδανική πολιτεία  χωρίς αγωγή και παιδεία δε νοείται.
Έτσι το πλατωνικό ιδεώδες στηρίζεται και εξαρτάται από την ισότιμη παιδαγωγική και πνευματική κατάρτιση των ατόμων, αλλά και την ηθική  διάπλασή τους που διαμορφώνεται από το ιδεώδες της ανδρείας, της τιμής, του σεβασμού και αφοσίωσης στην πατρίδα, και την υπακοή στους νόμους. Τότε μόνο η Πολιτεία λειτουργεί ως αρωγός της κοινωνικής ευδαιμονίας  ενώ οι άνθρωποι δεν πέφτουν θύματα της κακοδαιμονίας ένεκα της αμάθειάς τους.

        Βασικοί στόχοι στο πλατωνικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι η ύπαρξη δημόσιας εκπαίδευσης, η κοινή εκπαίδευση για άνδρες και γυναίκες, με άλλα λόγια η ισότητα των δύο φύλων σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, η διαμόρφωση ακμαίου πνεύματος αλλά και σώματος , η ηθική αναμόρφωση του πολίτη ενισχύοντας μέσα του τις αρετές της δικαιοσύνης, δηλαδή τη σοφία, την ανδρεία και τη σωφροσύνη, καθώς και η απομάκρυνση από κάθε είδους μονομέρεια.
       Συνεπώς η διαμόρφωση του νεανικού μυαλού απαιτεί πολύ μεγάλη προσοχή. Έτσι η ποίηση που για άλλες προγενέστερες εποχές υπήρξε βασικό εργαλείο μάθησης-παιδείας, τώρα περνά από αυστηρό κριτικό έλεγχο. Ο ψεύτικος-εικονικός κόσμος που παρουσιάζει, η ασέβεια, η αδικία και η άσχημη εικόνα που προβάλλει για τους θεούς, ο φόβος στο θάνατο, η μεγάλη αγάπη για το χρήμα είναι μερικά από τα θέματα που αποτελούν τροχοπέδη στη σφυρηλάτηση μιας ακμαίας ψυχής, έτοιμης να αγωνιστεί για οτιδήποτε. Αυτά χαλαρώνουν τη σταθερότητα της ψυχής, αποδυναμώνουν τον άνθρωπο κάνοντάς τον επιρρεπή στις οποιεσδήποτε απολαύσεις με αποτέλεσμα να ευθύνονται για τη διαφθορά των ηθών, τη ψυχική τους αλλοτρίωση και την παρακμή της πολιτείας. Οι ποιητές όφειλαν να προβάλλουν στα έργα τους υψηλά πρότυπα συμπεριφοράς, τέτοια που θα ενισχύουν το θάρρος , το ήθος, τις αρετές, την ευσέβεια, και θα επιδιώκουν όχι μόνο την  τέρψη αλλά και την ωφελιμότητα.
      Σε αντίθεση με την Ποίηση, τα Μαθηματικά κατέχουν σημαντικότατη θέση σε όλο το πλατωνικό εκπαιδευτικό σύστημα, γιατί αυτά εξασφαλίζουν επικυρωμένη γνώση των αιώνιων και αμετάβλητων όντων και αληθειών. Αυτό σημαίνει ότι αν εξοικειωθούμε με την έννοια του μέτρου, μπορούμε να ασχοληθούμε με τα νοητά αντικείμενα και να απαλλαχθούμε από τα αισθητά. Στα Μαθηματικά συγκαταλέγονται η αριθμητική, η γεωμετρία, η στερεομετρία, η αστρονομία και η αρμονική.6. Την προσφορά τους ο φιλόσοφος την εντόπιζε στην επίλυση προβλημάτων της καθημερινής ζωής, στην οικονομία, τη δικαιοσύνη και στις τέχνες Παίζουν αξιόλογο ρόλο στην εξέλιξη του χαρακτήρα, γιατί υποβάλλουν το άτομο σε τέτοιους ερεθισμούς που το αναγκάζουν σε σύντονη πνευματική ενεργοποίηση. Ξυπνούν από τη νωθρότητα και αμάθεια λόγω φύσης και κάνουν τον άνθρωπο «ευμαθή, μνήμονα και αγχίνουν». Εξάλλου, πάντα ο Πλάτωνας πίστευε πως τα μαθηματικά εμπεριέχουν μια ουσιαστικότερη αξία: ότι διευκολύνουν τη στροφή της ψυχής από τη γένεση στην ουσία.
     Η εκπαίδευση λοιπόν στα Μαθηματικά, άρχιζε με τη λογιστική, δηλαδή ειδικά παιχνίδια πρακτικής αριθμητικής καθημερινής χρήσης δοσμένα με άμεσο και ευχάριστο εποπτικό χαρακτήρα Η αριθμητική περιλάμβανε τη διδασκαλία των  ακέραιων αριθμών με τις ιδιότητές τους. Εδώ έγκειται η βάση κάθε επιστημονικής σκέψης και πρακτικής τέχνης. Με τη  γεωμετρία μετέδιδε την αξία των ορισμών και τη σαφήνεια των πορισμάτων καθώς και την ολική διαδικασία της απόδειξης.. Η γραμμή, τα σημεία, τα τρίγωνα και τετράγωνα έγιναν χάρη στον πλατωνικό παραγωγικό συλλογισμό και αφαίρεση, σύμβολα και ιδέες , σκιές χειροπιαστών αντικειμένων.  Από την άλλη πλευρά η αρμονία προέκυψε από τη βαθιά πίστη του φιλοσόφου για ένα στοχασμό πάνω στους αρμονικούς αριθμούς με συνολικότερη θεώρηση της φύσης και της τέχνης. Προέκυψε δηλαδή από την αναζήτηση της αρμονικής σχέσης των αριθμών.
       Η Μουσική επίσης, είναι μάθημα ιδιαίτερης αξίας. Αυτή συνίσταται σε τρία μέρη, το λόγο, την αρμονία και το ρυθμό. Αρμονία και ρυθμός οφείλουν να υποτάσσονται στο λόγο. Έτσι μόνο οι λόγοι των ποιημάτων που συνοδεύονται από ρυθμό ή μελωδία του ίδιου χαρακτήρα αποτελούν μοναδικό κριτήριο κάθε αισθητικής ή ηθικής κριτικής. Συνεπώς, το περιεχόμενο της κάθε μορφής και είδους ποίησης περνάει από ιδιαίτερη λογοκρισία και έλεγχο, ώστε  να προφυλάξει από κάθε χαλαρότητα και εξευτελισμό την ψυχή και περαιτέρω την πόλη. Όμηρος, Ησίοδος και άλλοι ποιητές βρίσκονται στο στόχο της πλατωνικής πολεμικής.

        Εντρυφώντας περαιτέρω ο Πλάτωνας βλέπει στο λεκτικό τρόπο τη διήγηση, τη μίμηση, κι ένα μικτό είδος μίμησης και διήγησης. Υπόδειγμα διήγησης είναι ο διθύραμβος, μίμησης η τραγωδία και η κωμωδία και μικτού είδους  το έπος. Ως προς τη μίμηση θέτει ο Πλάτωνας τον εξής προβληματισμό΄ επειδή ενδέχεται οι φύλακες να μιμηθούν και  κατώτερης αξίας περιστατικά ή χαρακτήρες, υπάρχει ο κίνδυνος να γίνει η ψυχή τους φαύλη και ποταπή, γι΄αυτό συστήνεται η αποφυγή της. Άρα κωμωδία και τραγωδία  απαγορεύονται ρητά, σε αντίθεση με τη λυρική ποίηση και το διθύραμβο αλλά και το μικτό είδος που εγκρίνονται, γιατί εξυμνούνται μέσα από αυτά το ήθος και οι αρετές των θεών και των ηρώων. Συνεπώς η μίμηση μόνο κατόπι κριτικής σκέψης είναι αναγκαία για την εκπαίδευση των Φυλάκων.
        Επειδή απώτατος σκοπός είναι η διαμόρφωση «καλού καγαθού πολίτη», ο γενναίος άνθρωπος με ηρωικό φρόνημα, ο ελεύθερος και χαριτωμένος, ο ειρηνοποιός και σώφρονας  και οι αρμονίες από το χώρο της μουσικής πρέπει να περνούν από αυστηρό έλεγχο και λογοκρισία. Αρμονίες τύπου «μιξολυδικής» ή «συντονολυδικής»  λόγω του θρηνώδη χαρακτήρα τους ή «λυδικής» και «ιωνικής» που ωθούν στη μαλθακότητα και χαλάρωση αποτρέπονται από το πλατωνικό curriculum. Αντίθετα υποστηρίζονται αρμονίες τύπου «δωρικού» και «ιωνικού», η πρώτη για το θαρραλέου χαρακτήρα της , ενώ η δεύτερη για το ειρηνικό και σωφρονιστικό της. Τα ίδια ισχύουν και για τους ρυθμούς που πρέπει με ευλάβεια να υπακούν στο λόγο ώστε να μη γίνονται αφορμή για παρεκτροπές των νεαρών φυλάκων από το κόσμιο και ευπρεπές. Μουσική που καταφέρνει να στρέψει τον άνθρωπο στο καλό , την  αρετή, το ωραίο και αληθινό, στο απλό, και συνάμα μουσική σοφία με επιστημονική και φιλοσοφική χροιά υποστηρίζεται αλλά και ολοκληρώνει το πλατωνικό εκπαιδευτικό του σύστημα. Κάθε μορφή εμπειρισμού καταδικάζεται.
      Επειδή ο άνθρωπος αντιμετωπίζεται ως ενιαία ψυχοσωματική και πνευματική οντότητα  η σύζευξη της μουσικής με τη γυμναστική θα συμβάλλει στην υποταγή του σωματικού στοιχείου στο πνευματικό. Το σώμα θα αγγίξει την ψυχή. Η μεν γυμναστική θα επηρεάσει το πνευματικό τμήμα της ψυχής ενώ η μουσική θα καλλιεργήσει το λογικό ή φιλοσοφικό της τμήμα.Μουσική και γυμναστική θα εναρμονίσουν τη λογική και το πνεύμα κι αυτές την επιθυμία, ώστε η αρμονία των τριών αρχών της ψυχής και η αρμονία ψυχής σώματος να οφείλονται στην ηθική επίδραση των δυο σημαντικών βαθμίδων της εκπαίδευσης.Οποιαδήποτε υπερβολή μπορεί να οδηγήσει στη σκληρότητα ή μαλθακότητα. Πάντως ο αληθινός μουσικός είναι εκείνος που καταφέρνει να ενώσει τη γυμναστική και μουσική στις τέλειες αναλογίες της και στη συνέχεια να τις προσφέρει με μέτρο ως δώρο στην ψυχή.
       Σύμφωνα με τον Πλάτωνα η γυμναστική είναι αδελφή της μουσικής. Για την επίτευξη της ψυχοσωματικής ανάπτυξης του ατόμου επιβάλλεται η σύμμετρη σωματική άσκηση και των δύο. Εξάλλου οι φύλακες έχουν απόλυτη ανάγκη από σωματική άσκηση τέτοια που θα τους βοηθήσει να σταθούν ανάλογοι των περιστάσεων στο πολεμικό τους επάγγελμα και τις υποχρεώσεις τους. Η γυμναστική δεν αποτελεί αυτοσκοπό για να κερδίσουν τα μετάλλια  και  τη δόξα, αλλά για να καλλιεργήσουν το θάρρος τους και να διαπλάσουν το πνεύμα τους. Υπερβολική γυμναστική θα οδηγούσε σε τραχύτητα και βιαιότητα, όπως και η υπερβολική μουσική θα έπλαθε μαλθακό και υποταγμένο άτομο. Έτσι η πλατωνική γυμναστική συμβάλλει στην υποταγή του ανθρώπινου σώματος στο πνεύμα, στην καλλιέργεια καλού χαρακτήρα., στον εμβολιασμό της ψυχής με αυτοπειθαρχία, στη χαλιναγώγηση της «θυμοειδούς φύσης», στην προστασία από τη θηλυπρέπεια και μαλθακότητα αλλά και τη βαρβαρότητα και αναισθησία. Η μουσική δρώντας ως αντιφάρμακο της σωματικής άσκησης, που παρέχει η γυμναστική, τους κάνει να αποκτούν ευρυθμία και οι διηγήσεις της ήθος μετρημένο. Γι΄αυτό παράλληλα με τη μουσική και γυμναστική φρόντιζε ο Πλάτων να παρέχεται καλή λογοτεχνική μόρφωση, ηθική, θρησκευτική και πολιτική αγωγή, ώστε η ορθή παιδεία να συμβάλλει ουσιαστικά στη πλήρη ανάπτυξη του ατόμου αλλά και στην προστασία του από μονομέρειες κάθε είδους που θα οδηγούσαν στον αποπροσανατολισμό τους από το αληθινό και το καλό και αγαθό.
        Όμως, ενώ όλα τα παραπάνω μαθήματα βοηθούν το άτομο να φθάσει στην κορυφή του ορατού και να στραφεί η ψυχή προς τον κόσμο των ιδεών, η διαλεκτική θεωρείται η πεμπτουσία της παιδείας, η κορωνίδα εκείνη που θα οδηγήσει τον άνθρωπο απελευθερώνοντάς τον από τις αισθήσεις να πλησιάσει την αλήθεια των πραγμάτων, τις απόλυτες ουσίες μετά από συστηματική σκέψη και λογική έκφραση. Η ενατένιση της ιδέας του αγαθού, της πηγής της αλήθειας και αρχής της ζωής είναι αποτέλεσμα μιας επίγειας «ιθάκης», πολύπονης και πολύχρονης φιλοσοφικής προσπάθειας.
Ο Πλάτωνας στους «Νόμους» του συγκεντρώνει τη θεωρία του για την πρέπουσα αγωγή του παιδιού από τη γέννηση ως την ενηλικίωσή του. Η παιδεία ενώ αποτελεί δημόσιο αγαθό, όμως η ανώτερη βαθμίδα παραμένει προνόμιο μόνο των λίγων.

  Έτσι η εκπαίδευση περιλαμβάνει τρία στάδια. Το πρώτο καλύπτει την ηλικία 1-3 ετών.  Στόχος της εκπαίδευσης εδώ είναι η προσαρμογή στο μέτρο, όπου με την καθοδήγηση μιας επόπτριας τα νεαρά άτομα εξασκούν με ρυθμικές και αυθόρμητες κινήσεις τα μέλη του σώματος. Το δεύτερο στάδιο αφορά στις ηλικίες 4-6 ετών. Καταρχήν υπάρχουν οι «νομοφύλακες» , ελεύθερες γυναίκες που εποπτεύουν τις τροφούς που αναλαμβάνουν τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Έχουν κάθε δικαίωμα για τιμωρία, στα πλαίσια πάντα του μέτρου και επιτρεπτού. Το τρίτο στάδιο περιλαμβάνει την αγωγή ως την ηλικία των δέκα ετών. Εδώ διαχωρίζεται ο χώρος εκμάθησης στα αγόρια και κορίτσια, όχι όμως και το περιεχόμενο των μαθημάτων.
         Ως εδώ η εκπαίδευση είναι μόνο σωματική, ενώ η εγκύκλια παιδεία αρχίζει από την ηλικία από δέκα και εξής. Έτσι, από 10-13 ετών τα παιδιά μαθαίνουν ανάγνωση, γραφή, στοιχεία αριθμητικής, στερεομετρίας και αστρονομίας. Στη συνέχεια μόνο οι καλοί μαθητές συνεχίζουν και επιπλέον μαθαίνουν λύρα και κιθάρα, μαθηματικά και αστρονομία. Αργότερα διδάσκονται φιλοσοφία και λογοτεχνικά κείμενα. Η γυμναστική αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της καθημερινής εκπαίδευσης τόσο για τη διάπλαση ωραίου σώματος, όσο και για την ενίσχυση της ψυχής αλλά και την προετοιμασία για τον πόλεμο. Η πάλη, τα αγωνίσματα δρόμου, οι δρόμοι ενός και δύο σταδίων, η ξιφομαχία, το τόξο, το ακόντιο, η σφενδόνη, η ξιφασκία, η στρατοπέδευση και το αγώνισμα του ίππου, καθώς και η διδασκαλία του χορού  συγκαταλέγονται στη γυμναστική των νέων Αθηναίων.
Και στους «Νόμους» η ποίηση υπόκειται σε έναν αυστηρό έλεγχο. Ο επιμελητής της παιδείας μεριμνά  για τη διδασκαλία της καλής, νόμιμης και δίκαιης ποιητικής σύνθεσης. Ιδιαίτερα οι ποιητικές συνθέσεις που θα παρουσιάζονταν σε θρησκευτικές εκδηλώσεις  ακριβώς επειδή θα συντελούσαν στη διαμόρφωση του χαρακτήρα των ατόμων, έπρεπε να ελέγχονται περισσότερο. Καθώς επίσης, δεν παραχωρούνταν χορός,   αν κρινόταν πως το περιεχόμενό του ήταν ανάξιο να παρουσιασθεί δημόσια.
        Έτσι υπάρχουν δύο είδη χορών, οι σεμνοί και οι φαύλοι. Από τους σεμνούς οι ορχήσεις διακρίνονται στην πολεμική «πυρρίχη» μέσα από την οποία εκφράζεται η ανδρεία, και στην ειρηνική «εμμέλεια», που εκφράζει τη σωφροσύνη και εγκράτεια στις ηδονές σε καιρό ευημερίας.Μάλιστα ο Πλάτωνας τονίζει πως λόγω της διαφορετικότητας των δύο φύλων, τα τραγούδια των ανδρών πρέπει να ρέπουν προς την ανδρεία και μεγαλοπρέπεια , ενώ των γυναικών στην κοσμιότητα και σωφροσύνη. Κριτές δε της μουσικής και του χορού δεν μπορεί να είναι άλλοι από αυτούς που διακρίνονται για την αρετή και την παιδεία τους  και την επιλογή του άριστου. Συνεπώς η μουσική ως φορέας ήθους μέσα από τη μίμηση αποσκοπεί στη δημιουργία ευγενών και γενναίων ψυχών.
          Όσον αφορά τους Φύλακες ο Πλάτωνας απέβλεπε στο να τους παρέχει τέτοιου είδους παιδεία, ώστε να καλλιεργηθεί μέσα τους η ιδέα του Αγαθού , για να είναι άξιοι και σε καιρό ειρήνης να αντεπεξέρχονται στα όσα προβλήματα με τη σοφία και την ανδρεία τους, αλλά και σε καιρό πολέμου να είναι άξιοι για σπουδαία έργα.
     Έτσι η παιδεία τους χρήζει ιδιαίτερης προσοχής. Γι΄αυτό  φιλτράρεται από όλες τις μυθολογικές και θεολογικές παραδόσεις και κρατά με σεβασμό ό,τι καλλιεργεί την αρετή, το θάρρος, τον αυτοέλεγχο, την εγκράτεια, τη σοφία, τις σωστές συνήθειες, το σωστό τρόπο σκέψης, την αγάπη στους γονείς και συγγενείς, τη σωματική και πνευματική ανάπτυξη και καλλιέργεια αλλά και την ψυχική ακμαιότητα. Αναγκαία επίσης, ήταν η παραμονή για δύο ή τρία περίπου χρόνια σε κάποιο στρατόπεδο ως την ηλικία των είκοσι ετών, όπου εδώ θα ασχολούνταν συστηματικά με τη γυμναστική, καθώς επίσης θα εμβάθυναν ,όσοι ήθελαν, στις επιστήμες. Γύρω στα τριάντα τους θα έφθαναν στη διαλεκτική εφαρμόζοντας ποικίλες μεθόδους φιλοσοφικού στοχασμού με απώτατο σκοπό να γνωρίσουν την αλήθεια. Από τα τριάντα πέντε ως τα πενήντα τους έπαιρναν όλα τα αξιώματα που τους ταίριαζαν και αν πράγματι έβγαιναν νικητές μέσα από όλες αυτές τις διαδικασίες, τότε θα ήταν άξιοι  για τη διακυβέρνηση της πολιτείας και την επιμόρφωση ανδρών άξιων για τη διαδοχή τους.

     Ακριβώς επειδή η καλή λειτουργία της πολιτείας εξαρτιόταν από τη σωστή εκπαίδευση των φυλάκων, γι΄αυτό η παιδεία τους τύγχανε μεγάλης προσοχής, φροντίδας και μεθοδικού προγραμματισμού.
          Όμως και οι φιλόσοφοι τύγχαναν ιδιαίτερης εκπαιδευτικής προσοχής. Ολοκληρώνοντας την υποχρεωτική τους παιδεία στα είκοσί τους χρόνια όσοι άνδρες ή γυναίκες κατάφερναν να διακριθούν στις στρατιωτικές τους επιδόσεις και τη φιλοσοφική τους παιδεία, εισέρχονταν στην τάξη των φιλοσόφων. Κατόπιν είχαν την ίδια παιδεία μ΄αυτή των φυλάκων για τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια, ενώ από τα τριάντα πέντε τους έτη και εξής σπούδαζαν ανώτερα μαθηματικά, γεωμετρία, αστρονομία και αρμονία, καθώς και φιλοσοφία, και δοκιμάζονταν σε πολιτικά και διοικητικά αξιώματα στην πόλη. Μετά τα πενήντα τους έτη εκπαίδευαν τους διαδόχους τους σε πολιτικά και διοικητικά θέματα. Το αποκορύφωμα της σταδιοδρομίας τους, μετά τα πενήντα τους βέβαια, -έμπειροι σοφίας και φιλοσοφικής καλλιέργειας, και κάτοχοι της αρετής- αποτελεί η μελέτη της διαλεκτικής, μέσω της οποίας έφθαναν κι αυτοί στη θέαση του Αγαθού. Σαφώς και η φύση, η μακρόχρονη εκπαίδευση, η επίπονη άσκηση και δοκιμασία συνεργάζονται  στενά για την ανάπτυξη των σωματικών, ψυχικών και πνευματικών χαρισμάτων εκείνων που θα αναλάβουν τις πρώτες και βαρύτερες ευθύνες της πόλης.
          Είναι άξιο αναφοράς ότι ο Πλάτωνας υποστήριζε την ισότητα των δύο φύλων και στην πράξη. Έτσι άνδρες και γυναίκες έπρεπε να δεχθούν ομοιόμορφη αγωγή, ίδια εκπαιδευτικά μέσα, προκειμένου να ανελιχθούν οι άξιοι στα κατάλληλα αξιώματα. Βέβαια γνώριζε ο φιλόσοφος ότι οι άνδρες υπερέχουν από τις γυναίκες στη ρώμη και την αντοχή, γι΄αυτό μεριμνούσε τα δέοντα .
          Συνοψίζοντας, διαπιστώνουμε ότι το θέμα της παιδείας για τον Πλάτωνα βρίσκεται στην κορωνίδα της ευρύτερης μεταρρυθμιστικής του προσπάθειας. Αυτή συμβάλλει τόσο στην αρμονική ανάπτυξη όλων των δυνάμεων και ικανοτήτων του ανθρώπου-δηλαδή κάλλος, τελειότητα, υγεία ψυχής και σώματος, καλλιέργεια συναισθημάτων και δεσμών του ατόμου προς το κοινωνικό σύνολο, ενσυναίσθηση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του, πειθαρχία,- όσο και σε μια πολιτεία  που διακρίνεται για την εύρυθμη λειτουργία της, την υπακοή των πολιτών στους νόμους και στους άρχοντες της πόλης, στον ορθολογισμό και την πειθαρχία στις επιταγές της νόησης, στην τήρηση και καλλιέργεια των ηθικών αρχών, στην εργατικότητα, στο ιδανικό της καλοκαγαθίας, στην αγάπη στις αιώνιες ιδέες και την ενατένιση του Αγαθού. Ο κάθε πολίτης έχει καλή γνώση ότι κάθε λανθασμένη εκτίμηση της ελευθερίας, μπορεί να λειτουργήσει ως τροχοπέδη στην παιδεία και να επιφέρει μύρια όσα κακά.

        Από την άλλη πλευρά ο Αριστοτέλης ξεκινά από τη θέση ότι ο άνθρωπος είναι «ζώον κοινωνικόν»  και «φύσει πολιτικόν», γι΄αυτό θεωρεί την αγωγή μέρος της πολιτικής. Όταν ο άνθρωπος καλλιεργηθεί ψυχοσωματικά , πολιτικά και ανθρωπιστικά, θα είναι χρηστός πολίτης, άξιος  για μια ευτυχισμένη ζωή στα πλαίσια της πόλης κράτους. Μάλιστα η παιδεία θα προσφέρει στον άνθρωπο ό,τι δεν μπορεί να του προσφέρει η φύση. Τον οδηγεί στην ελευθερία, την καλοσύνη,και την αρετή. Το πολίτευμα είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το πολιτικό πνεύμα των νέων. Έτσι ένα υπέροχο πνεύμα γίνεται αίτιο για ένα υπέροχο πολίτευμα. Το να ζει κανείς «χάριν της πολιτείας» σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί δουλεία αλλά ευδαιμονία τόσο της πολιτείας όσο και του πολίτη. Χρέος της πολιτείας είναι η διά βίου εκπαίδευση και διαπαιδαγώγηση των πολιτών περιορίζοντας στο ακέραιο την ατομική πρωτοβουλία . Εξάλλου, το άτομο χωρίς την πολιτική κοινωνία είναι άνευ σημασίας. Γι΄αυτό ο κάθε πολίτης οφείλει να διαπαιδαγωγείται στα πλαίσια μιας δημοκρατικής πολιτείας , όπου θα ευνοείται η πρόοδος της δημοκρατικής ζωής. Συνεπώς η αρετή του πολίτη βρίσκεται σε άμεση εξάρτηση από την παιδεία και τους νόμους.
    Παρόλο που η εκπαίδευση έχει δημόσιο χαρακτήρα, ωστόσο το εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να είναι έτσι δομημένο ώστε να ενισχύει την προδιάθεση και τις φυσικές ιδιότητες του κάθε ατόμου.
          Βέβαια, βασικές προϋποθέσεις για τη μόρφωση είναι η ανθρώπινη φύση, η συνήθεια και η λογική. Στη συνέχεια με τη συνήθεια και τη βοήθεια των δασκάλων θα αρχίσει η μαθησιακή διαδικασία εκείνη κατά την οποία οι μαθητές θα πράττουν τα ωραία, τα αναγκαία και ωφέλιμα. Η ψυχή διαιρείται στο έλλογο τμήμα της και στο άλογο. Ανώτερο εκ των δύο είναι το πρώτο, το οποίο πρέπει να υπηρετείται από το δεύτερο. Σαφώς η παρεχόμενη παιδεία θα πρέπει να είναι κατάλληλα  δομημένη. Και το έλλογο μέρος όμως της ψυχής υφίσταται διάκριση ανάμεσα στο θεωρητικό και πρακτικό του τμήμα. Κι εδώ ο θεωρητικός λόγος υπερτερεί έναντι του πρακτικού. Έτσι το εκπαιδευτικό σύστημα οφείλει να προετοιμάζει όχι αποβλέποντας στον πόλεμο αλλά στην ειρήνη που αποτελεί προϋπόθεση του θεωρητικού βίου. Οι αρετές του σώματος πρέπει να υπηρετούν τις αρετές της ψυχής. Στην πόλη πρέπει να υπερτερούν οι αρετές της ανδρείας, ασχολίας, θεωρίας, δικαιοσύνης, σωφροσύνης, καρτερίας αλλά και η φιλοσοφία.
          Επειδή ο άνθρωπος από τη γέννησή του φέρει εν δυνάμει το ορεκτικό, θυμικό και βουλητικό στοιχείο, ενώ ο λόγος και ο νους αναπτύσσονται με το πέρασμα του χρόνου, γι΄αυτό θεωρεί ο Αριστοτέλης πως πρέπει να προηγείται η εκπαίδευση του σώματος από αυτή της ψυχής. Δηλαδή το άλογο μέρος καλλιεργείται πρώτιστα, προκειμένου να υπηρετήσει το έλλογο, δηλαδή την ψυχή. Η αγωγή που στοχεύει στην άσκηση της αρετής, θα συμβάλλει και στην ευδαιμονία και κατά συνέπεια στην ηδονή και την  απόλαυση. Με τη διευκρίνιση ότι η ευδαιμονία είναι ανεξάρτητη από τα υλικά αγαθά και ότι ο ευδαίμων είναι αυτός που ως λογικό ον, καταφέρνει να αποδώσει τα μέγιστα.
          Βέβαια στο θέμα της αγωγής μπορεί κανείς να συναντήσει άτομα με φυσικές προδιαθέσεις, όπως επίσης και άτομα  φαύλα, τέτοια που αντιστέκονται στο έργο της αγωγής, αλλά και άλλα που ενώ είναι ανεπίδεκτα παιδείας, ωστόσο καθίστανται σπουδαίοι άνδρες. Έτσι, είναι καθόλα εύλογο το γεγονός σε μια πόλη να υπάρχουν όλες οι διαβαθμίσεις, γιατί άλλο είναι το δέον κι άλλο αυτό που οι φυσικές καταβολές καθορίζουν. Ανεξάρτητα από αυτό όλοι οι πολίτες πρέπει να μορφώνονται, για να υπάρξει ομαλή κοινωνική συμβίωση και ευρυθμία.
          Στην όλη αγωγή τονίζεται τόσο η πλευρά του ηθικού οικοδομήματος όσο και αυτή της διανοητικής ανάπτυξης, που χρήζει μακρόχρονης υποστήριξης από αξιόπιστους δασκάλους, σωστού οικογενειακού και κοινωνικού περιβάλλοντος αλλά και της κληρονομικότητας. Το ηθικό ιδεώδες της αρετής πρέπει να αποτελεί μέλημα του ατόμου-πολίτη. Αυτή προκύπτει ως αποτέλεσμα της  άσκησης της ψυχής απέναντι στις ορμές  και τα πάθη. Περαιτέρω οι ηθικές αρετές - π.χ. γενναιοδωρία, σωφροσύνη, -απορρέουν από την άσκηση του ανθρώπου να ξεχωρίσει με το λόγο και τις πράξεις του από τα ζώα και αποκτώνται με τον εθισμό , ενώ οι διανοητικές ,- όπως σοφία, σύνεση, φρόνηση, -αποκτώνται με τη μάθηση.

      Κάθε αρετή αποτελεί μια μέση κατάσταση μεταξύ μεταξύ δύο ακροτήτων, δηλαδή της έλλειψης και της υπερβολής, ωστόσο δεν επιδέχεται καμιά υπερβολή γιατί αποτελεί κάτι απόλυτο. Έτσι ο άνθρωπος προκειμένου να καταστεί ενάρετος και σπουδαίος, πρέπει οι φυσικές του προδιαθέσεις, ο εθισμός και ο λόγος  να είναι σε αρμονία.  Στο ρόλο του εθισμού ο Αριστοτέλης ρίχνει ιδιαίτερο βάρος, γιατί σε συνδυασμό με τη μίμηση , έμφυτο στοιχείο στον άνθρωπο, στηρίζεται η μάθηση, ειδικά κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής του ανθρώπου. Είναι γνωστό σε όλους πως η συναναστροφή με αγαθά και ενάρετα άτομα επιδρά στη διαμόρφωση χρηστών χαρακτήρων.
          Επίσης κατά τη διδασκαλία οι μέθοδοι της επαγωγής και του συλλογισμού, η εποπτική διδασκαλία  αλλά και  η εξατομικευμένη εξαίρονται ιδιαίτερα.. Πάντως η εμπειρία είναι αποτέλεσμα μακρόχρονης  και επίμονης άσκησης  ως φυσική απόρροια, γιατί καθετί καταναγκαστικό επιφέρει το αντίθετο. Έτσι το «μανθάνειν» αφορά και την  απόκτηση γνώσης αλλά και την εφαρμογή της.
          Συνεπώς, ως προς την παρεχόμενη εκπαίδευση από την πολιτεία προηγείται η εξάσκηση του σώματος, έπεται η καλλιέργεια του άλογου μέρους της ψυχής, δηλαδή του επιθυμητικού της  και ακολουθεί η παίδευση στο «ορεκτικόν», δηλαδή του νου. Όλη αυτή η εκπαίδευση στοχεύει στο να μάθουν να κρίνουν σωστά και να χαίρονται με τα ευπρεπή ήθη και τις καλές πράξεις.
          Βασικά και αναγκαία μαθήματα που πρέπει να διδάσκονται οι νέοι είναι η ανάγνωση, η γραφή, η γυμναστική, η ιχνογραφία και η μουσική, προκειμένου να αποκτήσουν εκείνη τη σωστή αγωγή που ταιριάζει σε ελεύθερους πολίτες , ευαισθησίες αλλά και εχέγγυα για την κάλυψη πρακτικών, θεωρητικών και αισθητικών αναγκών τους .
          Αξίζει εδώ να αναφερθούμε και στις συμβουλές που δίνει ο φιλόσοφος γύρω από το θέμα της ευγονίας. Θεωρεί πως η κατάλληλη ηλικία για γάμο στις μεν γυναίκες είναι το 18ο ενώ στους άνδρες το 38ο, και αντίστοιχα η παιδοποιία πρέπει να συντελείται για τις γυναίκες ως τα 50 τους ενώ για τους άνδρες ως τα 70 τους χρόνια. Μικρής ηλικίας γυναίκες όταν τεκνοποιούν υποφέρουν περισσότερο κατά τον τοκετό, ενώ η συνουσία είναι προτιμότερο να γίνεται το χειμώνα.. Η άμβλωση επιτρέπεται προκειμένου να αποφευχθούν αναπηρίες. Η δε έγκυος είναι θεμιτό να βγαίνει έξω, ώστε να εκπληρώνει τις θρησκευτικές της και άλλες υποχρεώσεις.

      Η εκπαίδευση των παιδιών αρχίζει από τη γέννησή τους. Έτσι ως την ηλικία των εφτά χρονών υποστηρίζεται η φυσική κατάσταση των παιδιών με επιλεγμένα κινητικά παιχνίδια , η πνευματική με τη διήγηση  παραμυθιών από παιδονόμους και την παροχή ερεθισμάτων τέτοιων που θα διεγείρουν το νου τους.Οτιδήποτε δίνεται στα παιδιά πρέπει να είναι απαλλαγμένο από καθετί επιβλαβές για την ηθικότητά τους. Η επιβολή τιμωρίας και ποινών ενδείκνυνται για το σωφρονισμό τους. Πάντα όμως προηγείται ο διάλογος και η νουθεσία έναντι της βίας. Πλήρης ελευθερία για συμμετοχή σε διάφορα συμπόσια δίδεται μόνο όταν ο άνθρωπος έχει πλήρως παιδευτεί κι έτσι έχει την ωριμότητα για αυτοπροστασία.. Συγκεκριμένα από το 5ο ως το 7ο έτος της ηλικίας γίνεται μια πρώτη επαφή των μαθητών με μαθήματα που θα διδαχθούν αργότερα.
          Στην ηλικία των 7-14 ετών παρέχεται μια πιο θεωρητική μόρφωση. Γράμματα, γυμναστική, μουσική και γραφική καλύπτουν το σχολικό πρόγραμμα σπουδών. Στην όλη παιδευτική διαδικασία, που δεν είναι κάτι στατικό και μονοσήμαντο, ο παιδαγωγός παιδεύει αλλά και παιδεύεται, δεν αποτελεί αυθεντία ενώ ο μαθητής πάντα ωφελείται από το σωστό παιδαγωγό.
          Οι παιδαγωγοί είναι παιδοτρίβες και γυμναστές, δάσκαλοι και παιδονόμοι. Οι πρώτοι ασχολούνται με τη σωστή άθληση των μαθητών τους , κάποτε μάλιστα τους αναλαμβάνουν και για πρωταθλητισμό με το κατάλληλο πρόγραμμα σπουδών. Οι δεύτεροι αρχικά για την επιλογή των κατάλληλων προτύπων συμπεριφοράς, την προστασία των νέων από κακόβουλες παρέες, π.χ. δούλων -ως αρνητικά πρότυπα μίμησης για τη διαμόρφωση ενός υψηλού βαθμού παιδαγωγίας-, αλλά και για την επίβλεψη των σωματικών και στρατιωτικών ασκήσεων των εφήβων. Εξάλλου , η αγωγή των πρώτων χρόνων της ζωής είναι καθοριστικής σημασίας για τη μελλοντική τους συμπεριφορά.
          Ειδικά στην εποχή του Αριστοτέλη ο θεσμός της ιδιωτικής εκπαίδευσης ήταν πολύ διαδεδομένος. Παιδιά εύπορων οικογενειών τύγχαναν διδασκαλίας κατ΄οίκον, όμως η στάση τους απέναντι στους δασκάλους τους διακρίνονταν από έλλειψη σεβασμού και αυθάδεια. Γι΄αυτό ο Αριστοτέλης ήταν θερμός οπαδός της δημόσιας εκπαίδευσης, όπου η πολιτεία θα παρείχε σε όλους ανεξαίρετα την ίδια ποιότητα γνώσης, θα καλλιεργούσε την αρετή και θα συνέβαλε στην πνευματική και πολιτιστική ανάπτυξή της. Ως προς τα σχολεία, υπήρχαν κάποιες σχολές με αξιόλογους δασκάλους αλλά και πνευματικά κέντρα, όπου σπούδαζαν νέοι από άλλες ελληνικές πόλεις.
          Η γενική μόρφωση ή αλλιώς εγκύκλια μαθήματα περιλαμβάνουν τη διδασκαλία των γραμμάτων, της γυμναστικής, της μουσικής και της ιχνογραφίας. Όλα τα μαθήματα πρέπει να συμβάλουν στην κάθε μορφής υγεία των ατόμων και να είναι σύμφωνα με τη φυσιολογική ανάπτυξη τους.

     Η αρετή της ανδρείας προϋποθέτει ένα ήρεμο κοινωνικό περιβάλλον για την εκδήλωσή της. Οι βαριές σωματικές ασκήσεις ενδείκνυνται μόνο γύρω στο 17ο έτος της ηλικίας, όταν έχει ολοκληρωθεί ο κύκλος των θεωρητικών μαθημάτων, γιατί συμβαίνει η μεγάλη καταπόνηση του σώματος να εμποδίζει τη διάνοια, όπως και η πνευματική εμποδίζει το σώμα.
            Ως  προς τη χρησιμότητα της μουσικής άλλοι προγενέστεροι ή σύγχρονοι του Αριστοτέλη πίστευαν πως συμβάλλει στην καλλιέργεια του ατόμου, ή ότι αποτελεί προϋπόθεση της παιδείας ή ότι είναι μια πολλή καλή αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου ή πως  είναι παιχνίδι προς ευχαρίστηση. Ο Αριστοτέλης από την πλευρά του συναινεί σε όλα, δηλαδή πως η μουσική προσφέρει και παιδεία και τέρψη και πνευματική καλλιέργεια. Πρώτιστα όμως συμβάλλει στη διαμόρφωση ορθών χαρακτήρων με αποτέλεσμα να είναι αναγκαία η διδασκαλία της ως μάθημα από τη νηπιακή ακόμη ηλικία. Μάλιστα για την επιλογή της διδασκαλίας των κατάλληλων μελωδιών ορίζονται άτομα με φιλοσοφική μόρφωση καταρτισμένοι σε μουσικά θέματα, ικανοί να επιλέγουν τα καταλληλότερα για την κάθε ηλικία.
          Από τα μουσικά όργανα προτείνεται ήδη από την προσχολική ηλικία ο κρόταλος του Αρχύτα, δύο δίσκοι μεταλλικοί που στην κίνηση τους παράγουν ήχο, ενώ ο αυλός ενδείκνυται μόνο σε περιπτώσεις που απαιτείται η κάθαρση. Θεωρώντας ο Αριστοτέλης πως οι μελωδίες απομιμούνται καταστάσεις της πραγματικότητας, όπως οργή ή πραότητα, ανδρεία ή λιποψυχία κ.α., και γνωρίζοντας πως η μουσική συμβάλλει στην αισθητική και ηθική πρόοδο του ατόμου, προτείνει ως κατάλληλες για τη διαπαιδαγώγηση τις ηθικές μελωδίες αλλά και άλλες κατόπιν αυστηρής επιλογής.
          Με τον όρο φιλοσοφία ο Αριστοτέλης συμπεριλάμβανε όλη τη γκάμα των επιστημών. Έτσι στο θεωρητικό είδος που ασχολείται με το πραγματικό, ανήκουν τα μαθηματικά, η φυσική και η θεολογία, στο πρακτικό, που πραγματεύεται τις ακούσιες πράξεις του ανθρώπου που τον βοηθούν να επιλέξει τα μέσα για να πραγματώσει ό,τι επιθυμεί, ανήκουν η Πολιτική, η Οικονομική και η Ηθική. Τέλος στο ποιητικό είδος ανήκουν η ποίηση και οι καλές τέχνες. Ο Αριστοτέλης θεωρεί πως οι ποιητές  είναι οι καλύτεροι δάσκαλοι του λαού, γιατί η Ποιητική είναι η τέχνη  που μιμείται τον ανθρώπινο λόγο, συναίσθημα και πράξη.
          Γενικά η αριστοτελική εκπαίδευση τονίζει την ηθική άσκηση,  την ενεργητική και ουσιαστική συμμετοχή των πολιτών σε πράξεις θάρρους, δικαιοσύνης , εγκράτειας, καλλιεργεί την αγάπη για το αγαθό και την αποφυγή οτιδήποτε κακού, μεριμνά για την κοινή, δημόσια και χωρίς διακρίσεις παιδεία όλων των πολιτών ανακαλύπτοντας πάντα τις φυσικές κλίσεις του καθενός χωριστά, ασκώντας τις αρετές τους και καλλιεργώντας εσωτερικές τους δυνάμεις όπως τη φαντασία, τη μνήμη, τη θέληση και σκέψη, φρόνηση και ευδαιμονία. Γιατί πράγματι, στόχος της αριστοτελικής φιλοσοφίας είναι  το «ευ ζην», δηλαδή η πολιτική ωρίμανση των πολιτών, η ηθική και πνευματική τελείωσή τους μέσα στο πλαίσιο της πολιτείας που εξασφαλίζει τις απαραίτητες συνθήκες για να αναζητήσει ο άνθρωπος- πολίτης το δρόμο προς την ευδαιμονία, που αποτελεί πεμπτουσία όλων των αρετών.
          Τόσο ο Πλάτωνας όσο και ο Αριστοτέλης θεωρούν την προσφορά της παιδείας ύψιστης σημασίας. Η παιδεία ως δημόσιο αγαθό οφείλει να είναι προγραμματισμένη, κατάλληλα δομημένη με στόχο την απόκτηση της αρετής και περαιτέρω της ευδαιμονίας. Οι πολίτες οφείλουν να έχουν ηθικά ενδιαφέροντα και να μεριμνούν πώς θα γίνουν ενάρετοι. Η σοφία, η ανδρεία, η σωφροσύνη και η δικαιοσύνη συμβάλλουν στο «είναι τε και ζην» της πολιτείας.. Βασική προϋπόθεση της παιδείας είναι η καλή οργάνωση του κράτους. Κοινή θέση επίσης, αποτελεί πως η εκπαίδευση του ατόμου πρέπει να αρχίζει από τη γέννησή του,- γι΄αυτό πρέπει να ελέγχεται και η δημιουργία της οικογένειας-, με την κατάλληλη επιλογή διδακτικών μέσων, τέτοιων που θα κατευθύνουν και θα συμβάλλουν στην πνευματική και σωματική ωριμότητά τους.


          Πλάτωνας και Αριστοτέλης πιστεύουν στην ανύψωση της παιδείας μέσα στο πνεύμα του «πολιτεύματος», το οποίο οδηγεί σε υπέροχες μορφές του πνεύματος.
          Μια πρώτη μορφή μάθησης θεωρεί ο Πλάτωνας τη γνώση από τη συνήθεια και τη μίμηση ενώ ο Αριστοτέλης λέει «και τας μαθήσεις ποιείται διά μιμήσεως πάντας».
          Ο Πλάτωνας προτάσσει τη σωματική αγωγή από την πνευματική. Και ο Αριστοτέλης όμως πρεσβεύει ότι επειδή η λογική έπεται και σωματική ανάπτυξη προηγείται, για να καταστεί το σώμα ισχυρό  για την οικοδόμηση υγιούς οργανισμού, η γυμναστική άσκηση πρέπει να προηγηθεί από κάθε άλλη αγωγή.
          Βασικό επίσης σημείο της εκπαίδευσης και των δύο φιλοσόφων ήταν η κοινή εκπαίδευση που προόριζαν τόσο για τα αγόρια όσο και τα κορίτσια.
          Διάσταση απόψεων στους δύο φιλοσόφους υπάρχει ως προς την προσφορά  της ποίησης, την οποία αφενός ο Πλάτωνας καταδικάζει γιατί ο υλικός κόσμος που αυτή προβάλλει δεν αποτελεί μίμηση της ιδέας  άρα δεν ωφελεί, αφετέρου ο Αριστοτέλης θεωρώντας την τέχνη ως φαινόμενο ζωής, γι΄αυτό και θεμελιώνει τη λειτουργικότητά της μέσα στην ζωή. Έτσι η τραγωδία αποτελεί την αλήθεια της ζωής και ο καλλιτέχνης λέει πως μιμείται τα «καθόλου» κι όχι τα «καθ΄έκαστον». Το «καθόλου» είναι αντικείμενο της φιλοσοφικής έρευνας και η φιλοσοφία σπουδάζει και γνωρίζει τα όντα. Από την άποψη αυτή η Ποίηση συγγενεύει προς τη φιλοσοφία, αποκαλύπτει κι αυτή με το δικό της τρόπο την αλήθεια των όντων.
          Ανακεφαλαιώνοντας αξίζει να τονίσουμε ότι ο Πλάτωνας ήταν εκείνος ο οποίος πρώτος κατέστησε την παιδεία αντικείμενο συστηματικής διερεύνησης συνδέοντάς τη με τη φιλοσοφία. Εμβάθυνε στον ουσιαστικό της χαρακτήρα τονίζοντας τη μόρφωση της ανθρώπινης ψυχής στη βάση της ενόρασης των ιδεών που είναι ο σκοπός  της όλης παιδευτικής διαδικασίας..
Από την άλλη πλευρά ο Αριστοτέλης έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στην παιδεία θεωρώντάς την ένα από τα βασικά μέσα που ωθούν τον άνθρωπο στην ευδαιμονία και στην αρετή. Καλλιεργώντας τη φιλοσοφία συμπεριλαμβάνοντας σ΄αυτή όλους τους επιστημονικούς κλάδους δίκαια χαρακτηρίστηκε «πατέρας της σύγχρονης επιστήμης». Αναμφίβολα η προσφορά του είναι αδιαμφισβήτητη μέσα στο χώρο της παιδαγωγικής επιστήμης και έρευνας. Εξάλλου μέσα από το εκπαιδευτικό του σύστημα μπορούμε να αντλήσουμε διδάγματα χρήσιμα και για τη σύγχρονη εκπαίδευση.


 Τσώνη Αναστασία