"Ανάμεσα στις επιθυμίες και στις ηδονές, υπάρχουν κάποιες παράνομες.Σε μερικούς περιστέλλονται από τους νόμους και από άλλες καλύτερες επιθυμίες, με την επικουρία του λογικού.Έτσι, ή φεύγουν εντελώς ή όσες μένουν είναι λίγες και αδύνατες. Σε άλλους όμως είναι δυνατότερες και περισσότερες..."
Πλάτωνος Πολιτεία

Πέμπτη 18 Μαρτίου 2010

Παγκοσμιοποίηση και γλωσσική παιδεία

1.Κατακόρυφα έπεσε η ζήτηση των γερμανικών, ενώ τα αγγλικά δε θεωρούνται πλέον το μοναδικό προσόν.



Του Δ.Τζιόβα (καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Birmingham της Aγγλίας)

Μπορεί η παγκοσμιοποίηση να έχει προκαλέσει αρκετές αντιπαραθέσεις και ανησυχίες σε διάφορους χώρους, οι επιπτώσεις της όμως στην εκμάθηση και στη διδασκαλία των γλωσσών, ιδιαίτερα των ευρωπαϊκών, δεν έχει ιδιαίτερα συζητηθεί. Όλοι μένουμε με την εντύπωση ότι η παγκοσμιοποίηση ισοδυναμεί με την ολοκληρωτική επικράτηση της αγγλικής ως lingua franca. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την κυριαρχία της αγγλικής ως κοινής γλώσσας συνεννόησης και εμπορικής συναλλαγής σε παγκόσμιο επίπεδο¨ σύντομα ωστόσο θα φτάσουμε στο σημείο ώστε όλοι σχεδόν οι νέοι Ευρωπαίοι θα ξέρουν καλά αγγλικά και αυτό που θα απαιτείται ως πρόσθετο πλέον προσόν θα είναι η γνώση και άλλων γλωσσών. Και τούτο ήδη διαφαίνεται στο Λονδρέζικο Σίτι, όπου Γερμανοί και Ολλανδοί εκτοπίζουν τους Βρετανούς ως στελέχη επιχειρήσεων γιατί δεν χειρίζονται απλώς άριστα τα αγγλικά αλλά και δύο τουλάχιστον άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες. Και απ’ότι φαίνεται η γνώση της γλώσσας θα εξακολουθεί να προσφέρει κάποια πλεονεκτήματα για τη διείσδυση στις τοπικές αγορές και στην επιχειρηματική νοοτροπία κάθε χώρας. Έτσι εξηγείται και η ανάπτυξη νέων προγραμμάτων σπουδών σε βρετανικά πανεπιστήμια που συνδυάζουν οικονομική επιστήμη και επιχειρηματικότητα με ένα μικρό ποσοστό διδασκαλίας ξένων γλωσσών.



Αν και θα περίμενε κανείς ότι το ενδιαφέρον για τις γλώσσες οικονομικά ισχυρών χωρών, όπως η Γερμανία, θα αυξανόταν, τα τελευταία στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις αιτήσεις υποψηφίων φοιτητών στη Βρετανία δείχνουν κατακόρυφη πτώση για τα τμήματα γερμανικών σπουδών. Αντίθετα η προώθηση της διδασκαλίας ασιατικών γλωσσών στα βρετανικά πανεπιστήμια επιβεβαιώνει ότι όντως υπάρχει σύνδεση μεταξύ οικονομίας και γλώσσας. Πώς όμως εξηγείται ότι από τη μια πλευρά το επιχειρηματικό συμφέρον ενισχύει την εκμάθηση ασιατικών γλωσσών και από την άλλη βλέπουμε την υποχώρηση του ενδιαφέροντος για τη γλώσσα του μεγαλύτερου πληθυσμιακά και ισχυρότερου οικονομικά μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης;

Νομίζω ότι η εξήγηση έγκειται στο γεγονός ότι έχει αλλάξει η φιλοσοφία και η σκοπιμότητα εκμάθησης των γλωσσών κυρίως στα αγγλόφωνα πανεπιστήμια. Ενώ παλαιότερα η γλώσσα και η λογοτεχνία αποτελούσαν τους στυλοβάτες των ξενόγλωσσων τμημάτων, σήμερα η πολιτισμική στροφή που παρατηρείται στον ακαδημαϊκό χώρο σε παγκόσμιο επίπεδο και αποδεικνύεται από το πόσο δημοφιλή έγιναν τα προγράμματα πολιτισμικών σπουδών ανά τον κόσμο, ανάγκασε και τα τμήματα ξένων γλωσσών και φιλολογιών να μετονομαστούν σε τμήματα Γαλλικών, Γερμανικών ή Ισπανικών Σπουδών και να συμπεριλάβουν στα προγράμματά τους μαθήματα κινηματογράφου, μέσων μαζικής επικοινωνίας, αστικής γεωγραφίας και μαζικής πολιτισμικής συμπεριφοράς. Παρατηρείται, δηλαδή, η υποτίμηση της γλώσσας αλλά και της λογοτεχνίας ως πρωταρχικών αντικειμένων σπουδής για τη γνωριμία μιας χώρας και η μετατόπιση από την εξειδικευμένη γλωσσολογική γνώση στη μελέτη γενικών πολιτισμικών τάσεων και εξελίξεων μιας γεωγραφικής περιοχής ή ηπείρου. Έτσι αναπτύχθηκαν προγράμματα Ευρωπαϊκων και Μεσογειακών σπουδών, που δεν έχουν όμως τη γλώσσα ή τις γλώσσες ως βασικό άξονα αλλά τις κοινωνικές, οικονομικές ή ιστορικές επιστήμες.Συνέπεια ίσως αυτής της τάσης για προγράμματα σπουδών, που αφορούν πλέον ευρύτερα σύνολα και της παγκοσμιοποίησης στον χώρο της αγοράς, είναι η ανάπτυξη προγραμμάτων Ασιατικών και Αφρικανικών σπουδών, που αρχικά εξυπηρετούσαν καθαρά οικονομικές σκοπιμότητες, αλλά τώρα ενσωματώνουν και λίγα μαθήματα γλωσσών, ιστορίας και πολιτισμού. Με δεδομένο μάλιστα το αυξανόμενο τουριστικό ρεύμα προς τις χώρες της Άπω Ανατολής, αρκετοί φοιτητές προτιμούν να μάθουν στοιχεία κάποιας ασιατικής γλώσσας παρά κάποιας ευρωπαϊκής. Άλλωστε περισσότεροι είναι οι νέοι που μαθαίνουν τη γλώσσα μιας χώρας επειδή την επισκέφτηκαν ως τουρίστες παρά από ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία της ή τον πνευματικό της πολιτισμό.



Αυτή η έμφαση στη σπουδή ηπείρων παρά χωρών και η αντίληψη ότι τον πολιτισμό μιας χώρας τον γνωρίζει κανείς μέσω της εικόνας, της μουσικής, της μαγειρικής, της μυθολογίας και της ανθρωπολογικής ανάλυσης παρά μέσω της γλώσσας ή της λογοτεχνίας έχουν οδηγήσει στην παρακμή του ενδιαφέροντος για τη συστηματική εκμάθηση γλωσσών στις αγγλόφωνες χώρες. Τούτο σημαίνει ότι στον τομέα των ανθρωπιστικών σπουδών δεν ενδιαφέρει πια τόσο η εξειδικευμένη γνώση και η συστηματική εμβάθυνση όσο η διεπιστημονική σύνθεση και η διαπολιτισμική διάχυση. Αν με τον όρο παγκοσμιοποίηση εννοούμε αποπεριχαράκωση, αλληλεξάρτηση και αλληλοδιείσδυση οικονομιών και κοινωνιών, τότε και ο ακαδημαϊκός χώρος δεν έχει μείνει αλώβητος και οι εξελίξεις στη διδασκαλία των γλωσσών στα αγγλόφωνα πανεπιστήμια το επιβεβαιώνουν.





2.Οι αβεβαιότητες της παγκοσμιοποίησης ευνοούν τα αρχαία ελληνικά;




Στη Γερμανία όλο και περισσότεροι μαθητές στρέφονται την τελευταία δεκαετία στις κλασσικές γλώσσες. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η πτωτική τάση του ενδιαφέροντος για τις "νεκρές γλώσσες" έχει ανακοπεί. Ποιοι είναι οι λόγοι;

Οι απόλυτοι αριθμοί μιλούν τη δική τους γλώσσα: από τα σχεδόν 2,5 εκατομμύρια μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στη Γερμανία μόλις 16.000 διδάσκονται τα αρχαία ελληνικά στα αποκαλούμενα ανθρωπιστικά γυμνάσια και λύκεια. Παλιότερα τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Το 1962 για παράδειγμα ο αριθμός των παιδιών που μάθαιναν αρχαία ελληνικά έφθαναν τις σχεδόν 56.000. Η καθοδική πορεία για τις αρχαίες γλώσσες, δηλαδή τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά, ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 70. Οι κοινωνικές και πολιτικές ανακατατάξεις που προκάλεσαν οι φοιτητικές κινητοποιήσεις από τα μέσα της δεκαετίας του 60 στη Γερμανία επηρέασαν και τον τομέα της παιδείας. Η αναγκαιότητα εκμάθησης αρχαίων γλωσσών τέθηκε υπό αμφισβήτηση. Ο πρόεδρος της Εταιρείας Γερμανών Κλασσικών Φιλολόγων και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Χούμπολντ του Βερολίνου Στέφαν Κιπφ λέει: «Αιτία αυτής της εξέλιξης είναι οπωσδήποτε η εκπαιδευτική πολιτική, οι αντιλήψεις που υπήρχαν για τον εκδημοκρατισμό των σχολείων... Οι αρχαίες γλώσσες θεωρούνταν κατασταλτικός παράγοντας και κριτήριο κοινωνικής διαλογής. Και για να είμαστε ειλικρινείς, έτσι ήταν. Λατινικά και αρχαία ελληνικά, αλλά και μαθηματικά αποτελούσαν το αποφασιστικό κριτήριο για το αν κάποιος μπορούσε να συνεχίσει στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.»



Οι αρχαίες γλώσσες προνόμιο της «μπουρζουαζίας»;Όμηρος και πάλι από το πρωτότυπο;

Πολύ χειρότερη ήταν η κατάσταση για τις αρχαίες γλώσσες στην Ανατολική Γερμανία. Μόλις σε 9 σχολεία της άλλοτε DDR διδάσκονταν τα λατινικά 4 χρόνια και τα αρχαία ελληνικά δύο χρόνια. Παρά το γεγονός ότι τα κείμενα των κλασσικών του μαρξισμού Μαρξ, Ένγκελς και Λένιν βρίθουν από λατινικά και αρχαιοελληνικά παραθέματα, στην αντίληψη του σοσιαλιστικού καθεστώτος θεωρούνταν σύμβολα της αστικής κουλτούρας. Ο καθηγητής Στέφαν Κιπφ εξηγεί: «Θεωρούσαν τις αρχαίες γλώσσες στοιχείο της μπουρζουαζίας και γι’ αυτό δεν τις ήθελαν. Τις μάθαιναν μόνον αυτοί που για επαγγελματικούς λόγους θα τους ήταν αναγκαίες, δηλαδή βιβλιοθηκάριοι, αρχαιολόγοι, οι λίγοι βυζαντινολόγοι που υπήρχαν.» Το υπουργείο Παιδείας της πρώην Ανατολικής Γερμανίας είχε καθορίσει ότι κάθε χρόνο 200 απόφοιτοι λυκείου θα έπρεπε να κατέχουν αρχαίες γλώσσες. Ο προσανατολισμός στην πρακτική χρησιμότητα και μόνο αυτών των γλωσσών, έχει ως σήμερα αρνητικές επιπτώσεις, τουλάχιστον για τα αρχαία ελληνικά. Σε ολόκληρη την Ανατολική Γερμανία τα διδάσκονταν το σχολικό έτος 2006/2007 μόλις 2436 μαθητές. Πολύ καλύτερη είναι η κατάσταση για τα λατινικά, τα οποία μαθαίνουν 84.000 μαθητές, αριθμός που αντιστοιχεί στο 19,5% των μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ανατολική Γερμανία.

span style="font-weight:bold;">Με τα αρχαία σύγχρονες απαντήσεις σε παλιά ερωτήματα!

Μαθαίνοντας λατινικές παροιμίες σε σχολείο της Βρέμης...

Η αύξηση του αριθμού των νέων που μαθαίνουν αρχαίες γλώσσες είναι ένα φαινόμενο που παρατηρείται εδώ και μια δεκαετία σε ολόκληρη τη Γερμανία. Αυτό αφορά κυρίως τα λατινικά, που έχουν μια παραδοσιακά ισχυρή θέση στη σχολική μόρφωση του γερμανόφωνου χώρου: Ενώ το 1999 λατινικά μάθαινε ο ένας στους τέσσερις μαθητές στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, σήμερα τα διδάσκεται ο ένας στους τρεις. Η αναζωογόνηση του ενδιαφέροντος για τα λατινικά και τα αρχαία ελληνικά σχετίζονται με την οικονομική και κοινωνική αστάθεια, τη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης που προκαλεί αβεβαιότητες, αλλά και την αναγκαιότητα νέων απαντήσεων πέραν της πεπατημένης. Προς αυτήν την κατεύθυνση μπορεί να συμβάλει και η εκμάθηση των αρχαίων γλωσσών καθώς σήμερα έχει αλλάξει ο προσανατολισμός, το περιεχόμενο και οι στόχοι του μαθήματος. Παλιότερα επικρατούσε στο μάθημα η τυπολατρία και εκθειάζονταν ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός ως πρότυπο, ενώ σήμερα, θα μας πει ο καθηγητής Κιπφ, τα πράγματα είναι διαφορετικά: «Στο μάθημα των αρχαίων ασχολούμαστε με βασικά ζητήματα της ανθρώπινης ύπαρξης. Οι δάσκαλοι δεν δίνουν πλέον έτοιμες απαντήσεις, αλλά καταθέτουν προτάσεις για τον τρόπο σκέψης, με τον οποίο θα μπορούσαν να δοθούν πιθανές απαντήσεις. Στη βάση κεντρικών κειμένων συζητούνται θέματα όπως η σημασία της δικαιοσύνης, της φιλίας, αν υπάρχει δίκαιος πόλεμος. Ή, πάρετε το ζήτημα τι είναι πολιτική, τι μόρφωση και ποιος ο σκοπός τους...

Το ζητούμενο είναι να διατυπώσεις στο μάθημα προτάσεις για πιθανές λύσεις, να δώσεις ερεθίσματα για σύγχρονες απαντήσεις διαχρονικών ερωτημάτων.”

Βερολίνο, Παναγιώτης Κουπαράνης
09.06.2009
Υπεύθ. σύνταξης: Σπύρος Μοσκόβου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου